Με την υπ’ αριθμόν 2640/2020 απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, το δικαστήριο έκανε εν μέρει δεκτή την αίτηση της εντολέα μας για υπαγωγή της στις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 («νόμος Κατσέλη»).
Ειδικότερα, η αιτούσα είναι άγαμη, άτεκνη και άνεργη με μοναδικές απολαβές το μηνιαίο επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης και κάποια έσοδα από αδήλωτη εργασία που συνολικά ανέρχονται στο ποσό των 350,00 ευρώ. Η αιτούσα οεφείλει στις πιστώτριες το ποσό των 31.740 ευρώ που δημιούργησε κατόπιν λήψεως διαφόρων δανείων. Μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της εντολέα μας αποτελεί η κύρια κατοικίας της, ήτοι ένα διαμέρισμα 4ου ορόφου. Το δικαστήριο αφού εφάρμοσε κούρεμα των οφειλών της σε ποσοστό 13%, εξαίρεσε από την εκποίηση την κύρια κατοικία της και ρύθμισε τις μηνιαίες της καταβολές για την διάσωση της κατοικίας της στο ποσό των 50,00 ευρώ για τα πρώτα τρία χρόνια και με το πέρας αυτών στο ποσό των 125,99 ευρώ για τα υπόλοιπα δεκαεπτά έτη. Τη δικαστική εκπροσώπηση ανέλαβε ο δικηγόρος Θεσσαλονίκης Μιχαήλ Ζηδιανάκης.
Παρακάτω παρατίθεται ολόκληρη η απόφαση:
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
- 3869/2010
Αριθμός 2640/2020
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη ΕυανθίαΧατζηχαρίση, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου και τη Γραμματέα Σοφία Χρυσανθοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 07η Φεβρουαρίου 2020 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ :
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ : …………του ……και της ……., κατοίκου ……… Θεσσαλονίκης, επί της οδού ………..αρ. ….., με ΑΦΜ…….., η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Μιχαήλ Ζηδιανάκη ( Α.Μ……Δ.Σ. Θεσσαλονίκης ) , που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
ΤΗΣ ΜΕΤΕΧΟΥΣΑΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΡΙΑΣ, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευση της ( άρθρα 5 ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ ) : Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ………….που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού……..αρ…… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο.
ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΟΝ Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ : του ΝομικούΠροσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού ( Ο.Α.Ε.Δ. )», που εδρεύει στον……, επί της οδού ………αρ….. και εκπροσωπείται νόμιμα, υπό την ιδιότητα του ως καθολικού διαδόχου του καταργηθέντοςν.ιτ.δ.δ. με την επωνυμία «Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας ( O.E.K.)», το οποίο δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο.
ΤΗΣ ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ : της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία………….., ως μετονομάσθηκε η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία …………………, που εδρεύει στο δήμο Αθηναίων …….αρ……., ως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσας σύμφωνα με το ν. 4354/2015 από την Τράπεζα της Ελλάδος, δυνάμει της με αρ. 326/2/ 17-09-2019 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων, η οποία δυνάμει της από 12-09-2019 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσας με αρ. πρωτ. ………στον τόμο ……και με α/α …..του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, σε συνδυασμό με την από 18-09-2019 μεταβολή του προσώπου του διαχειριστή, νομίμως δημοσιευθείσας με αρ. ιτρωτ. ……..στα ίδια ως άνω βιβλία τουν. ……..του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, σε τόμο …..και με α/α……, ενεργεί εν προκειμένω ως μη δικαιούχος διάδικος κατ διαχειρίστρια ( κατ’ εξαίρεση ) νομιμοποιούμενη κατά τις διατάξεις του ν. 4354/2015 ως προς τις απαιτήσεις των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρία με την επωνυμία ……………….εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία …………..που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού …….αρ. ….., κατόπιν μεταβίβασης σε αυτήν από την τελευταία επιχειρηματικών απαιτήσεων στα πλαίσια τιτλοποίησης απαιτήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3156/2003, δυνάμει της από 12-09-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, διεπόμενης από τα άρθρα 10 και 14 του ν. 3156/2003, νομίμως δημοσιευμένης σε περίληψη με αρ. πρωτ. ……..στον τόμο….. και με α / α …..στα τηρούμενα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών βιβλία του ν. 2844/2000, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της, ……..( Α.Μ. ……Δ.Σ. Θεσσαλονίκης που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
Η αιτούσα και η κυρίως παρεμβαίνουσα ζητούν αφενός μεν η πρώτη να γίνει δεκτή η από 03-12-2018 και με αύξοντα γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης 45253/2018 και αύξοντα ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης 2811/2018 αίτησή της που απευθύνεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου για όσους λόγους επικαλείται στο δικόγραφο της, αφετέρου δε η δεύτερη να γίνει δεκτή η προφορικώς ασκηθείσα κύρια παρέμβαση για όσους λόγους επικαλείται. Για την προφορική συζήτηση της αίτησης ορίστηκε δικάσιμος η στην αρχή της παρούσας αναφερομένη.
Μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της αιτούσας και της κυρίως παρεμβαίνουσας, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου και στις προτάσεις που κατέθεσαν επί της έδρας.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την αιτούσα με αριθμό 3786/28-12-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, ……….ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα προς την πιστώτρια τράπεζα με την επωνυμία ……….σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 455 και 551 Ν. 3869/2010, η οποία κατέστη διάδικος, όμως δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο κατά την εκφώνηση και συζήτηση της υπόθεσης στην ορισθείσα δικάσιμο, πρέπει επομένως να δικασθεί ερήμην, η συζήτηση, ωστόσο, θα προχωρήσει σαν να είχε εμφανιστεί ( άρθρο 754 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο έκτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α’ 87, σε συνδυασμό με την αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω νόμου ).
Περαιτέρω, υποκείμενα της δίκης της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι, καταρχήν, ο αιτών, όσοι κλητεύονται με διαταγή του δικαστηρίου κατ’ αρθρ. 748 ξ 3 ΚΠολΔ, οι προσεπικληθέντες και οι παρεμβαίνοντες, κυρίως και προσθέτως, καθώς και ο τριτανακόπτων (ΑΠ 646/ 1975 ΝΟΒ ΚΔ, 50, ΕφΑθ 8210/1980 ΝοΒ ΚΘ, 564, ΕφΙωαν 154/ 1982 ΝΟΒ 1992, 1294). Παρεμβαίνοντες δε μπορεί να είναι, τρίτα πρόσωπα, τα οποία δεν έχουν προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στη δίκη. Εκτός, όμως, από τις περιπτώσεις αυτές, όπου η ιδιότητα του διαδίκου αποκτάται διά της τυπικής
συμμετοχής στη δίκη, διάδικοι στην εκούσια δικαιοδοσία καθίστανται και ορισμένα πρόσωπα απευθείας από τον νόμο, όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο για την προστασία του δικαιώματος ακροάσεως τους ή για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται λόγος για «εκ του νόμου διαδίκους». Το αυτό προβλέπει στο αρθρ. 5, ο ν. 3869 (2010 με την υποχρέωση κοινοποιήσεως της αιτήσεως για τη ρύθμιση των οφειλών εντός δεκαπέντε ημερών από την κατάθεση της στους πιστωτές και τους εγγυητές του αιτούντος. οι πιστωτές και εγγυητές στην περίπτωση του v. 3869/2010, καθίστανται εκ του νόμου διάδικοι, με την επίδοση της αίτησης, αφού το επιτάσσει ο νομοθέτης. Η παραπάνω κλήτευση τους είναι υποχρεωτική. Συνεπώς, η επίδοση της αίτησης προς άλλα πρόσωπα από αυτά που επιβάλλει είτε το δικαστήριο, είτε ο ν. 3869/2010, επί παραδείγματι πιστωτές οι οποίοι δεν διατηρούν απαίτηση κατά του οφειλέτη ή συνοφειλέτες, αποτελεί ανακοίνωση δίκης και τα παραπάνω πρόσωπα, ακόμα και μετά την επίδοση, δεν καθίστανται διάδικοι (βλ. ΑΠ 646/ 1975 ΝΟΒ 1976.50). Αν δεν παρασταθούν στη δικάσιμο, δεν ερημοδικάζονται και η απόφαση που θα εκδοθεί δεν τους δεσμεύει, αν οι ίδιοι δεν ασκήσουν παρέμβαση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τη με αριθμό 3773/28-12-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, ………….., ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου και Κλήση προς συζήτηση επιδόθηκε προς το ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ( Ο.Α.Ε.Δ. δίχως να καθίσταται σαφές για ποιο λόγο έλαβε Χώρα η επίδοση προς τον εν λόγω ν.π.δ.δ, αφού από την επισκόπηση της δικογραφίας προέκυψε ότι τούτο δε φέρει την ιδιότητα ούτε του πιστωτή ούτε του εγγυητή, ενώ μόνη η επιδότηση επιτοκίου από τον τέως Ο.Ε.Κ., καθολικός διάδοχος του οποίου κατέστη το εν λόγω ν.π.δ.δ. στην επίδικη σύμβαση στεγαστικού δανείου που κατήρτισε η αιτούσα με την πιστώτρια δεν καθιστά σύμφωνα με το νόμο, υποχρεωτική προς αυτό την επίδοση της αίτησης. Εξάλλου, το ανωτέρω καθ’ ου δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, δεν ήταν υποχρεωτική από το νόμο η κλήτευση του, ούτε διατάχθηκε τούτη από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 748 παρ. 3 ΚΠολΔ ( βλ. έκθεση κατάθεσης κρινόμενου δικογράφου ) , και, συνεπώς, τούτο δεν κατέστη διάδικος, η μη παράσταση του κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δεν οδηγεί σε ερημοδικία του.
Με την κρινόμενη αίτηση της, όπως το περιεχόμενο της παραδεκτά συμπληρώθηκε, κατά τα άρθρα 745, 751, 741 και 224, 236 ΚΠολΔ, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της στο ακροατήριο, η οποία καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, αλλά και με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις της, η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας, καθώς και μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς την πιστώτρια που αναφέρεται στο δικόγραφο της αιτήσεως, ζητεί, να προσδιορισθεί η ημέρα επικύρωσης του ενδεχόμενου προδικαστικού συμβιβασμού, με σκοπό να επικυρωθεί το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ως προτείνεται ή ως νομίμως τροποποιηθεί, ώστε να αποκτήσει το σχέδιο ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Σε περίπτωση μη επίτευξης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας συμβιβασμού με την πιστώτρια της, ζητεί, αφού ληφθεί υπ’ όψιν η εισοδηματική, περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση,όπως η ίδια την εκθέτει, τη δικαστική ρύθμιση των χρεών της και την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της, πλήρους κυριότητας της, με την ιπαγωγή της στις διατάξεις τουΝ. 3869/2010, σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Τέλος, ζητεί να απαλλαγεί έναντι του καθ’ ου από τα έξοδα και τις δαπάνες που τυχόν γεννηθούν από την παρούσα διαδικασία.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση, παραδεκτώς και αρμοδίως, καθ’ ύλη και κατά τόπο, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η αιτούσα, κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ( άρθρα 739, 741 επ. ΚΠολΔ και 3 Ν. 3869/2010 ). Κατά τους ορισμούς του άρθρου 452 Ν. 3869/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. Α υποπαρ. Α.4 άρθρ. 154 Ν. 4336/2015, για το παραδεκτό της αίτησης προσκομίσθηκαν από την αιτούσα τα συνοδευτικά έγγραφα που καθορίστηκαν με την Κ.Υ.Α. 7534/20-08-2015, αλλά και με την Κ.Υ.Α. 64560/ 15-06-2018, αναφορικά με την περιουσία και τα Κάθε φύσης εισοδήματά της, την πιστώτρια της και αναλυτικά τις απαιτήσεις της τελευταίας, καθώς και υπεύθυνη δήλωση της οφειλέτιδος όσον αφορά στην ορθότητα του περιεχομένου της αιτήσεώς της, καθώς και δήλωση της οφειλέτιδος ότι παρέχει άδεια σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα, στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, να διαβιβάζει, έως τη συζήτηση της αίτησης, στους πιστωτές την κίνηση των τραπεζικών της λογαριασμών και των λοιπών τραπεζικών προϊόντων ( άρση τραπεζικού απορρήτου του άρθρου 1 ν. 1059/ 1971, Α’ 270 ) για τη χρονική περίοδο από πέντε έτη πριν την άσκηση της αίτησης έως την ημέρα συζήτησης της, καθώς και ότι παρέχει άδεια προς τους πιστωτές να προβαίνουν αποκλειστικά για τον σκοπό δικαστικής και εξώδικης διαχείρισης της αίτησης σε επεξεργασία και ανταλλαγή των δεδομένων που κατέχουν ή λαμβάνουν από τα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και υπεύθυνη δήλωση της οφειλέτιδος ότι δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, όπως το περιεχόμενο αυτό καθορίζεται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 4, ως ισχύει. Μετά, δε, την παραλαβή και την πρωτοκόλληση της αίτησης από τη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και αφού διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν τυπικές ελλείψεις, ορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτησή της και ημέρα επικύρωσης ενδεχόμενου προδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος απέτυχε και χορηγήθηκε η από 10-04-2019 και με αριθμό 2811/2018 Προσωρινή Διαταγή της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης. Από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στο τηρούμενο στο Ειρηνοδικείο Αθηνών Γενικό Αρχείο Οφειλετών, όπως ορίζει το άρθρο 1352 Ν. 3869/2010, διαπιστώθηκε ότι δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των οφειλών της στο Δικαστήριο αυτό ή σε άλλο Ειρηνοδικείο της Χώρας, ούτε έχει εκδοθεί άλλη απόφαση για ρύθμιση χρεών ( βλ. βεβαίωση του Τμήματος Ρύθμισης Οφειλών του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης ). Η υπό κρίση αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, καθώς περιέχει τα στοιχεία ποΙ) ορίζουν τα άρθρα 118, 74752 ΚΠολΔ και 451 Ν. 3869/2010 ( όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. Α υποπαρ. Α.4 άρθρ. 153 Ν. 4336/2015 ήτοι α) την περιουσιακή κατάσταση και τα πάσης φύσεως εισοδήματα της αιτούσας, β) τους πιστωτές της και τις απαιτήσεις αυτών, αναλυόμενες σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2ξξ4-4α του παρόντος νόμου, γ) τυχόν μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων της αιτούσας επί ακινήτων, στις οποίες προέβη κατά την τελευταία τριετία πριν από την ημερομηνία κατάθεσηςτης αίτησης, δ) σχέδιο για τη διευθέτηση των οφειλών της, που λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τα συμφέροντα των πιστωτών, την περιουσία, τα εισοδήματα και τις δαπάνες διαβίωσης της. Περαιτέρω, η κρινόμενη αίτηση είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1 και 8 και 9 Ν. 3869/2010 όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 2 παρ. Α υποπαρ. Α.4 Ν. 4336/2015 και εν συνεχεία όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 56-68 του Ν. 4549/2018, ιτλην των εξής αιτημάτων, ήτοι α) του αιτήματος να επικυρωθεί το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ως προτείνεται ή ως τροποποιηθεί, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 ν. 3869/2010, ώστε να αποκτήσει ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, το οποίο παρίσταται απορριπτέο ως μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου αυτού από τους διαδίκους, κατά το άρθρο 7 του Ν. 3869/2010, δεν αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας αυτών, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλλει αντιρρήσεις για το αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθετήσεως οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, οπότε ο Ειρηνοδίκης, αφού διαπιστώσει την, κατά τα ανωτέρω, επίτευξη συμβιβασμού, με απόφασή του, επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο, από την επικύρωσή του, αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Το Δικαστήριο, στο δικονομικό στάδιο από την κατάθεση της αιτήσεως στη Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι την συζήτηση, δεν έχει την εξουσία να υποχρεώσει σε συμβιβασμό τους διαδίκους ή τους πιστωτές τους, και, β) του αιτήματος να απαλλαγεί από τα τυχόν έξοδα που θα δημιουργηθούν και από τη δικαστική δαπάνη έναντι της πιστώτριας της, το οποίο παρίσταται απορριπτέο, ως μη νόμιμο, καθόσον στην προκειμένη διαδικασία δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται ( άρθρο 8 παρ 6 ν. 3869/2010 ). Πρέπει, επομένως, η ένδικη αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, μετά και την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης.
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία …………,όπως μετονομάσθηκε η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία…….. άσκησε κύρια παρέμβαση, ζητώντας να μετάσχει στη δίκη για
για τη ρύθμιση των χρεών της αιτούσας προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ………..,επικαλούμενη έννομο συμφέρον και δη ισχυριζόμενη αφενός μεν ότι, μετά την κατάθεση της ένδικης αίτησης και την επέλευση εκκρεμοδικίας, δυνάμει της από 1209-2019 συμφωνίας, η οποία καταχωρήθηκε νόμιμα στις 16-092019 στο δημόσιο βιβλίο του ενεχυροφυλακείου…… η εταιρία με την επωνυμία …………..κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την…………., όσον αφορά στις ένδικες απαιτήσεις της τελευταίας κατά της αιτούσας, αφετέρου δε ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα …………….ως μετονομάσθηκε η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ……………….η οποία συστάθηκε στις 16-09-2019 δυνάμει των διατάξεων του ν.4354/2015, νομίμως αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα Ελλάδος Α.Ε., ενεργεί ως διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρία ………Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κύρια παρέμβαση ασκείται παραδεκτά, σύμφωνα με όσα ορίζουν τα άρθρα 741, 225, 79, 81 ΚΠολΔ, 15 ν. 3869 / 2010 και κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 54 παρ. 1 εδ. β’ του ΠτΚ ( βλ. και Ι. Βενιέρη — Θ.Κατσά, σελ. 332 — 333 ) από την τρίτη — μη διάδικο εταιρία
……………..είναι δε νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 455 επ. ΑΚ και 2 παρ. 4 ν. 4354/2015, αφού είναι πρόδηλο το επικαλούμενο έννομο συμφέρον της κυρίως παρεμβαίνουσας, αφενός λόγω της επελθούσας ειδικής διαδοχής της …………..στις προαναφερόμενες απαιτήσεις της ………..κατά της αιτούσας οφειλέτιδος, με συνέπεια το δεδικασμένο της εκδοθησομένης απόφασης να καταλαμβάνει και να δεσμεύει τόσο την αρχική διάδικο όσο και τη διάδοχο αυτής ( άρθρο 325 περ. 2 ΚΓΙολΔ ) , αφετέρου λόγω της ιδιότητας της παρεμβαίνουσας ως διαχειρίστριας, εντολοδόχου, ειδικής πληρεξούσιας, αντιπροσώπου και αντικλήτου της ως άνω ειδικής διαδόχου, η οποία παρεμβαίνουσα νομιμοποιείται εξαιρετικώς στην παρούσα δίκη με αφετηρία τη σχετική νομοθετική πρόβλεψη ( άρθρο 2 παρ. 4 του ν. 4354/2015 ). Κατά συνέπεια η κύρια παρέμβαση πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσία, συνεκδικαζόμενη με την υπό κρίση αίτηση, διότι υπάγονται στην ίδια διαδικασία και διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, κατ’ άρθρο 246 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην εκούσια δικαιοδοσία κατά το άρθρο 741 του ιδίου Κώδικα, από το παρόν αρμόδιο καθ’ ύλη και κατά τόπο Δικαστήριο (άρθρο 31 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Η κυρίως παρεμβαίνουσα, με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, αλλά και με τις έγγραφες προτάσεις της, αρνήθηκε γενικά την κρινόμενη αίτηση και περαιτέρω προέβαλε και τον ισχυρισμό περί δόλιας περιέλευσης της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμής των οφειλών της για το λόγο ότι, ενώ βρισκόταν σε αδυναμία πληρωμών και δεν μπορούσε να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις από το στεγαστικό δάνειο, προχώρησε στη λήψη καταναλωτικού δανείου, ότι δηλαδή δεν μπορούσε εξαρχής να καλύψει τις οικονομικές υποχρεώσεις που αναλάμβανε εν γνώσει της σχετικής αδυναμίας της, άλλως από κακή εκτίμηση και διαχείριση των οικονομικών της. Ο εν λόγω ισχυρισμός ως εξειδικεύεται επαρκώς στις έγγραφες προτάσεις της κυρίως παρεμβαίνουσας, συνιστά ένσταση, η οποία προβάλλεται παραδεκτά, είναι δε ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 3869/2010 και συνεπώς θα εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.
Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης της Ιδίας της αιτούσης, η οποία εξετάστηκε νομίμως στο ακροατήριο και η κατάθεσή της εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, από τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τα οποία έγγραφα άλλα λαμβάνονται υπ’ όψιν ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρ. 33653 και 339 σε συνδυασμό με άρθρ. 395 ΚΠολΔ), ενώ σε κάποια από αυτά γίνεται ειδική αναφορά, χωρίς ωστόσο να έχει παραλειφθεί κανένα για τηνουσιαστική διάγνωση της υποθέσεως, καθώς και από εκείνα που απλώς προσκομίζονται στο Δικαστήριο, χωρίς να γίνεται επίκληση τους, παραδεκτά, κατ’ άρθρα 744 και 759 παρ. 3 ΚΠολΔ, επίσης από τίς ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των παριστάμενων διαδίκων (άρθρ. 261 ΚΓΙολΔ), από τα πασίγνωστα πραγματικά γεγονότα και τα διδάγματα κοινής πείρας, τα οποία αυτεπαγγέλτως λαμβάνονται υπ’ όψιν από το Δικαστήριο (άρθρ. 336παρ1,4 ΚΠολΔ), τέλος δε, από την αυτεπάγγελτη εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων κατ’ άρθρο 744 ΚΠολΔ και απ’ όλη την επ’ ακροατηρίω συζήτηση, δεδομένου ότι σύμφωνα με το άρθρο 745 ΚΠολΔ το Δικαστήριο λαμβάνει υπ’ όψιν και πραγματικούς ισχυρισμούς που επιτρεπτά έχουν προβληθεί έως την περάτωση και της τελευταίας συζήτησης ενώπιον του, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά Η αιτούσα………., γεννηθείσα το έτος 1968, είναι άγαμη και άτεκνη ( βλ. από 17-12-2018 υπεύθυνη δήλωση v. 1599/ 1986 ). Κατά το παρελθόν εργαζόταν ως γαζώτρια σε βιοτεχνία ρούχων, με μηνιαίες απολαβές, ύψους 800,00 ευρώ περίπου. Ωστόσο, το έτος 2011 απώλεσε την εργασία της και έκτοτε τυγχάνει άνεργη, εγγεγραμμένη στα μητρώα ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ., εργαζόμενη περιστασιακά, παρέχοντας, ως αδήλωτη εργασία, υπηρεσίες φροντίδας σε ηλικιωμένους, αποκερδαίνοντας περί τα 100,00 με 150,00 ευρώ μηνιαίως ( βλ. βεβαίωση ανεργίας Ο.Α.Ε.Δ. ). Κατά το χρόνο δε συζήτησης της αίτησης, λαμβάνει και το κοινωνικό επίδομα αλληλεγγύης, ύψους 200,00 ευρώ μηνιαίως ( βλ. εκτύπωση αίτησης ΚΕΑ ). Συνεπώς, κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης, τα μηνιαία εισοδήματα της αιτούσης ανέρχονται στο ποσό των ( 150,00 +200,00 = ) 350,00 ευρώ περίπου ( βλ. εκκαθαριστικό σημείωμαφορολογικού έτους 2018 από το οποίο προκύπτει ότι έλαβε κατά το εν λόγω έτος το ποσό των 2.400,00 ευρώ ως αυτοτελώς φορολογούμενο, από το οποίο αντιστοιχεί το ιτοσό των 200,00 ευρώ μηνιαίως ). Εξάλλου, η αιτούσα διαμένει σε οικία ιδιοκτησίας της, όπως τούτη θα περιγραφεί λεπτομερώς κατωτέρω στην οικεία θέση της παρούσας απόφασης και συνεπώς δε βαρύνεται με έξοδα καταβολής μισθώματος. Λαμβανομένων δε υπ’ όψιν όσων κατά τα ανωτέρω αποδείχθηκαν και των εύλογων δαπανών διαβίωσης, όπως προσδιορίζονται στην Ε.Ο.Π. της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το Δικαστήριο κρίνει, δυνάμει και των άρθρων 33654 και 744 ΚΠολΔ, ότι το ποσό που προκύπτει ως απολύτως απαραίτητο για την αιτούσα προς κάλυψη των στοιχειωδών ατομικών βιοτικών αναγκών της, ήτοι για διατροφή, για πληρωμή λογαριασμών ( ύδρευσης, ηλεκτρικού ρεύματος, τηλεφωνίας και κοινοχρήστων ) , για έξοδα θέρμανσης και τυχόν άλλα έκτακτα έξοδα, ανέρχεται συνολικά σε ποσό που αντιστοιχεί στα μηνιαία εισοδήματα της, όπως αναλύθηκαν τούτα ανωτέρω, σύμφωνα με όσα η ίδια δηλώνει με τις έγγραφες προτάσεις της.Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, η αιτούσα διαθέτει, κατά πλήρη κυριότητα και ποσοστό 100%, ήτοι ένα αυτοτελές και διηρημένο διαμέρισμα του τετάρτου ( 401) ) ορόφου της οικοδομής B, το οποίο έχει πρόσοψη στην απότμηση των οδών…………και…….., εμβαδού καθαρού 36,85 τ.μ. και μικτού 46,00 τ.μ., το οποίο αποτελείται από ένα ( 1 ) δωμάτιο, σαλόνι — κουζίνα και λουτρό, με το χαρακτηριστικό αριθμό δύο ( 2 ) , στο οποίο αναλογεί και αντιστοιχεί ποσοστό συμμετοχής εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των εν γένει κοινόκτητων και κοινόχρηστων Χώρων, μερών και εγκαταστάσεων των οικοδομών 5,500/ Ι ΟΟΟ, μετά μίας υπόγειας αποθήκης, μεπρόσβαση από το εσωτερικό κλιμακοστάσιο της οικοδομής, εμβαδού καθαρού 4, 16 τ.μ., με το χαρακτηριστικό αριθμό τρία ( 3 ), στην οποία αναλογεί και αντιστοιχεί ποσοστό συμμετοχής εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των εν γένει κοινόκτητων και κοινόχρηστων Χώρων, μερών και εγκαταστάσεων των οικοδομών 0,500/1000. Το εν λόγω διαμέρισμα βρίσκεται στην Β’ οικοδομή, η οποία ανεγέρθηκε, δυνάμει της με αριθμό 130/16-12-2005 άδειας ανεγέρσεως του Τμήματος Πολεοδομίας του Δήμου…….., σε οικόπεδο, εκτάσεως 3.580,00 τ.μ., το οποίο βρίσκεται εντός του με αριθμό δύο ( 2 ) Ο. Τ. το εγκεκριμένου σχεδίου του Δήμου……. του Νομού Θεσσαλονίκης και επί των οδών …….και ……. Το εν λόγω ακίνητο αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας, για την οποία και υποβάλει αίτημα εξαίρεσης της από την εκποίηση ( άρθρο 9 παρ. 2 ν. 3869/2010) και περιήλθε σε αυτήν, δυνάμει του με αριθμό 14054/25-07-2007 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης, …………., νομίμως μεταγραμμένου. Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας ανέρχεται στο ποσό των 29.465,76 ευρώ, όπως προκύπτει από τη δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων – ΕΝ.Φ.Ι.Α. έτους 2019. Άλληακίνητη περιουσία δε διαθέτει η αιτούσα ούτε δε αποδείχθηκε ότι διαθέτει κάποιο αξιόλογο και ρευστοποιήσιμο κινητό περιουσιακό στοιχείο ( βλ πρόσφατη βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης — Ε9, σε συνδυασμό με δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων — ΕΝ.Φ.Ι.Α. έτους 2019 )
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης, η αιτούσα ανέλαβε από την τράπεζα με την επωνυμία,……..τις κάτωθι οφειλές, οι οποίες μεταβιβάσθηκαν λόγω ειδικής διαδοχής στην αλλοδαπή εταιρία με την επωνυμία………………., για λογαριασμό της οποίας ενεργεί εν προκειμένω ως μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια η κυρίως παρεμβαίνουσα και οι οποίες λογίζονται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμες, εκ των οποίων η ανέγγυα παύει να παράγει νόμιμους ή συμβατικούς τόκους από την κοινοποίηση της αίτησης και λογίζεται με την τρέχουσα κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης αξία της, ενώ η ενέγγυα συνεχίζει να εκτοκίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής έως το χρόνο δημοσίευσης της παρούσας απόφασης ( άρθρο 653 Ν. 3869/2010 ). Ειδικότερα, ανέλαβε από την τράπεζα με την επωνυμία………., α) τη με αριθμό ………και με στοιχεία ταυτοποίησης απαίτησης ……… σύμβαση στεγαστικού δανείου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, κεφαλαίου 48.200,00 ευρώ, διάρκειας 180 μηνών, με επιδότηση επιτοκίου από τον O.E.K. σε ποσοστό 50% επί του επιτοκίου, από την οποία οφείλει, στις 3011-2018, το ποσό των 27.989,21 ευρώ ( βλ. από 30-11-2018 αναλυτική βεβαίωση οφειλών που χορήγησε η εν λόγω τράπεζα στην αιτούσα ). Η εν λόγω σύμβαση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης Α’ σειράς, ποσού 57.840,00 ευρώ, επί της κύριας κατοικίας της αιτούσης. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι οι τόκοι πέραν της ως άνω ημερομηνίας και μέχρι του χρόνου έκδοσης της απόφασης, μέχρι του οποίου χρονικού σημείου συνεχίζει να εκτοκίζεται η ως άνω οφειλή, δεδομένου ότι είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη ( άρθρο 6 παρ. 3Ν. 3869/2010 ) , όπως προαναφέρθηκε ( βλ. ΑΠ 31/2009, ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 4/2010, ΝΟΜΟΣ, σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχουδανειστή, με μόνη τη διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ’ άρθρο 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ ) , δεν προκύπτουν, αφού δεν προσκομίζονται στοιχεία για το επιτόκιο ενήμερης οφειλής, ώστε να υπολογισθεί η τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης. Καιβ) τη με αριθμό …….σύμβαση καταναλωτικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου ΒΕΚ, κεφαλαίου 3.751,32 ευρώ, από την οποία οφείλει, στις 30-112018, το ποσό των 5.115,25 ευρώ ( βλ. από 30-11-2018 αναλυτική βεβαίωση οφειλών που χορήγησε η εν λόγω τράπεζα στην αιτούσα ), ενώ δεν προσκομίζονται στοιχεία για το ύψος της εν λόγω οφειλής κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης Ήτοι η αιτούσα οφείλει συνολικά το ποσό των ( 27.989,21 + 3.751,32 = ) 31.740,53 ευρώ.
Ως αποδείχθηκε, η αιτούσα συμβλήθηκε το έτος 2007 με την τράπεζα με την επωνυμία ……..σε μία σύμβαση στεγαστικού δανείου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, κεφαλαίου 48.200,00 ευρώ, διάρκειας 180 μηνών, με επιδότηση επιτοκίου από τον Ο.Ε.Κ. σε ποσοστό 50% επί του επιτοκίου, προς τον σκοπό αγοράς της κύριας κατοικίας της. Ενώ το έτος 2014 συνήφθη μεταξύ της αιτούσης και της τράπεζας με την επωνυμία ……μία σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ποσού 3.751,32 ευρώ, διάρκειας 60 μηνών, προς τον σκοπό αποπληρωμής οφειλής από πιστωτική κάρτα που είχε λάβει σε προγενέστερο χρονικό διάστημα. Κατά το χρόνο ανάληψης της σύμβασης στεγαστικού δανείου, η οποία αποτελεί και το σημαντικότερο όγκο των οφειλών της, η αιτούσα εργαζόταν, ως γαζώτρια σε βιοτεχνία ρούχων και οι μηνιαίες απολαβές της ανέρχονταν στο ποσό των 800,00 ευρώ περίπου. Με τα εισοδήματα της αυτά και με δεδομένο ότι φιλοξενούσε στην οικία της επί σειρά ετών τον αδελφό της, ο οποίος συνεισέφερε στα μηνιαία έξοδα, ήταν σε θέση να καλύπτει τις δαπάνες διαβίωσης της, αλλά και να καταβάλλει την δόση του επίδικου δανείου. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, κατά το οικονομικό έτος 2008 εσόδευσε το ποσό των 9.751,98 ευρώ από την εργασία της, κατά το οικονομικό έτος 2009 εσόδευσε το ποσό των 10.203,48 ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2010 εσόδευσε το ποσό των 10.384,08 ευρώ, και κατά το οικονομικό έτος 2011 εσόδευσε το ποσό των 11.544,04 ευρώ ( βλ. εκκαθαριστικά σημειώματα αντίστοιχων ετών ). Ωστόσο, περί το έτος 2011 απολύθηκε από την εργασία της και έκτοτε εργάζεται μόνο περιστασιακά, αποκερδαίνοντας περί τα 150,00 ευρώ μηνιαίως, ενώ τα τελευταία έτη λαμβάνει κοινωνικό επίδομα αλληλεγγύης, ύψους 200,00 ευρώ, τα οποία δεν αρκούν στην κάλυψη των μηνιαίων δαπανών διαβίωσης της και στην ταυτόχρονη αποπληρωμή των μηνιαίων δόσεων των επίδικων δανείων της με αποτέλεσμα να περιέλθει σε αδυναμία πληρωμής κυρίως από το έτος 2015, καθόσον έως τότε δεχόταν την οικονομική βοήθεια του αδελφού της, η οποία
εν συνεχεία διεκόπη ( βλ. ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και ανωμοτί κατάθεση αιτούσης ). Δηλαδή η αιτούσα έχει ήδη περιέλθει από το έτος 2015 σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, η οποία οφείλεται στην ανεργία της και στα περιορισμένα εισοδήματα της, σε συνδυασμό με το ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των δανείων της, και με την αντιστρόφως ανάλογη αύξηση του κόστους ζωής, τα φοροεισπρακτικά και λοιπά δημοσιονομικά μέτρα των τελευταίων ετών και την εν γένει γνωστή κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Χώρας τα τελευταία έτη, συνεπεία της οικονομικής κρίσης. Η κρίση αυτή, περί μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της αιτούσης, συνάγεται από τη σχέση της ρευστότητάς της προς τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Δηλαδή η σχέση αυτή είναι αρνητική υπό την έννοια ότι, μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της, η υπολειπόμενη ρευστότητά της δεν της επιτρέπει να ανταποκριθεί στις οφειλές της. Με βάση τα προλεχθέντα, αποδεικνύεται ότι, η αιτούσα είναι φυσικό πρόσωπο χωρίς πτωχευτική ικανότητα, το οποίο συνεπεία των προαναφερόμενων συνθηκών έχει περιέλθει σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, η οποία δεν οφείλεται σε δόλο, καθόσον η κυρίως παρεμβαίνουσα δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος απόδειξης περί συνδρομής δόλου, ως όφειλε ( άρθρο 1 παρ. 1 ν. 3869/2010 ). Πιο συγκεκριμένα, η κυρίως παρεμβαίνουσα ισχυρίσθηκε ότι, ενώ βρισκόταν σε αδυναμία πληρωμών και δεν μπορούσε να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις από το στεγαστικό δάνειο, προχώρησε στη λήψη καταναλωτικού δανείου, ότι δηλαδή δεν μπορούσε εξαρχής να καλύψει τις οικονομικές υποχρεώσεις που αναλάμβανε εν γνώσει της σχετικής αδυναμίας της, άλλως από κακή εκτίμηση και διαχείριση των οικονομικών της. Ωστόσο, δόλια ενεργεί ο οφειλέτης που με τις πράξεις ή τις παραλείψεις του, κατά το χρόνο ανάληψης των χρεών του, επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε τέτοια αδυναμία ( ενδεχόμενος δόλος ), γνωρίζει δηλαδή ότι τα χρέη που ανέλαβε είναι πέραν των οικονομικών του δυνατοτήτων με βάση τα εισοδήματά του, των οποίων δεν αναμένεται βελτίωση ( βλ. Αθ. Κρητικό, «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», έκδοση 3η, σελ. 48 επ. , l. Βενιέρη — Θ. Κατσά, “Εφαρμογή του νόμου για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα», έκδοση Ιη, σελ. 67 επ. και εκεί παραπομπές στη νομολογία ). Όμως για να αποδοθεί δόλια συμπεριφορά στον οφειλέτη τέτοια που να μη δικαιολογεί την ένταξή του στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του νόμου, θα πρέπει να έχει πλήρη επίγνωση του οικονομικού του ανοίγματος, των εισοδημάτων του και της κατάστασης στην οποία θα περιέλθει, αυτή δηλαδή της αδυναμίας πληρωμών, την οποία επιδιώκει ή προβλέπει και αποδέχεται. Απαιτείται, δηλαδή, για τη συνδρομή δολιότητας πλήρης πεποίθηση του οφειλέτη, αλλά παράλληλα και συνεκτίμηση όλων των παραγόντων που συνετέλεσαν στη δημιουργία της. Έτσι δεν είναι δόλιος o οφειλέτης που από αμέλεια, ακόμα και βαρεία ή συνειδητή, πρόβλεψε ή δεν απέτρεψε την αδυναμία του προς πληρωμή των χρεών του, επειδή πίστευε και ήλπιζε ότι το αποτέλεσμα αυτό δεν θα επέλθει, αποβλέποντας σε ευνοϊκή ρύθμιση των τραπεζών ή βελτίωση των συνθηκών ζωής του και των εισοδημάτων του. Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτούσα βασιζόμενη στα σταθερά εισοδήματα που διέθετε κατά το χρόνο που ανέλαβε τις δανειακές του υποχρεώσεις και μην έχοντας τη δυνατότητα να προβλέψει την επερχόμενη δυσμενή μεταβολή των οικονομικών συνθηκών της, θεωρούσε ότι μπορούσε να ανταποκριθεί στις αναληφθείσες δανειακές υποχρεώσεις, όπως και πράγματι έπραττε έως και το έτος 2014 καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια. Αντίθετα, ουδόλως αποδείχθηκε ότι αυτή επεδίωκε την παύση των πληρωμών της ή ότι την προέβλεπε και την αποδέχθηκε. Συνεπώς, η ένσταση δολιότητας που προέβαλε η κυρίως παρεμβαίνουσα παρίσταται απορριπτέα, ως αβάσιμη κατ’ ουσία.
Συντρέχουν, επομένως, στο πρόσωπο της αιτούσης οι προϋποθέσεις για τη ρύθμιση των οφειλών της με την υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και ειδικότερα των άρθρων8παρ. 2 και 9 παρ. 2 ( όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 2 παρ. Α υποπαρ. Α.4 Ν. 4336/2015, ακολούθως δε η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 9 του Νόμου αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1451 Ν. 4346/2015 και τέλος, όπως τα πιο πάνω άρθρα τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 56-68 του Ν. 4549/2018). Αρχικά, η ρύθμιση των χρεών της αιτούσας θα γίνει με μηνιαίες καταβολές για χρονικό διάστημα τριών ( 3 ) ετών, ήτοι 36 μηνών, με έναρξη τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης μήνα, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός. Ωστόσο, οι μηνιαίες καταβολές θα είναι μηδενικές, αφού η αιτούσα οφειλέτιδα πληροί τις προϋποθέσεις της πέμπτης παραγράφου του άρθρου 8 του προκείμενου νόμου και βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία καταβολής κι ελαχίστου ακόμη χρηματικού ποσού, καθότι στο πρόσωπό της συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις και δη μακρόχρονη ανεργία και πολύ χαμηλό εισόδημα, με αποτέλεσμα μετά βίας να καλύπτει ακόμη και τις βασικές βιοτικές ανάγκες της για αξιοπρεπή διαβίωση. Με την από 1004-2019 και με αριθμό 2811/2018 Προσωρινή Διαταγή της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης ορίσθηκαν ομοίως μηδενικές καταβολές έως και της συζήτηση της αίτησης και υπό τον όρο συζήτησης αυτής κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 07-02-2020. Εξάλλου, δεν αναμένεται στο άμεσο μέλλον αξιόλογη βελτίωση των εισοδηματικών δεδομένων και των οικονομικών δυνατοτήτων της αιτούσας, δεν κρίνεται κατά συνέπεια σκόπιμη η επανεξέταση των οικονομικών της στοιχείων προς επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών της, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι με την αμέσως ακόλουθη ρύθμιση στα πλαίσια του άρθρου 952 του νόμου για την προστασία της κύριας κατοικίας της θα εξοφλήσει ένα μεγάλο μέρος των οφειλών της ( βλ. και Κρητικό, ο.π., σελ. 197, επίσης Βενιέρη-Κατσά, ο.π., σελ. 533 ). Σε κάθε περίπτωση οι πιστωτές ή η οφειλέτιδα δύνανται, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 8 του Ν. 3869/2010 να προβούν στην τροποποίηση της παρούσας απόφασης, εφ’ όσον τούτο δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων της αιτούσης.
Προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία της αιτούσας, αυτή θα υπαχθεί στη ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 952 Ν. 3869/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1451 Ν. 4346/2015 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 62 Ν. 4549/2018. Και τούτο καθότι στο πρόσωπο της οφειλέτιδος πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις που τάσσονται από το εν λόγω άρθρο (όπως ισχύει από 1-1-2016), ήτοι εν προκειμένω α) το συγκεκριμένο ακίνητο, το οποίο περιγράφεται ανωτέρω στην παρούσα απόφαση, χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της αιτούσας, β) το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα της αιτούσας δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης προσαυξημένες κατά 70%, γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας της αιτούσας ( 29.465,76 € ) δεν υπερβαίνει το όριο προστασίας που θέτει ο νόμος ( 180.000€ για άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένο κατά 40.000€ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά 20.000€ για κάθε τέκνο και μέχρι τρία τέκνα κατ’ ανώτατο όριο ) και δ) η αιτούσα είναι συνεργάσιμη δανειολήπτρια έναντι της πιστώτριας της, εφόσον δεν αμφισβητήθηκε ειδικώς η συνδρομή της συγκεκριμένης προϋπόθεσης, σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κώδικας Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013 ως αναθεωρήθηκε (αποφάσεις της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, Φ.Ε.Κ. B’ 2289/27-8-2014 και 2376/2-8-2016), όπως ο οικείος ορισμός αποφασίστηκε απότο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. και διατηρείται σε ισχύ έως τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως νέου ορισμού που θα εκδοθεί σε αντικατάσταση αυτού (άρθρ. 99 Ν. 4389/2016). Συνεπώς, συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την προστασία της κύριας κατοικίας της οφειλέτιδος με υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 932. Βάσει του εν λόγω άρθρου του προκείμενου νόμου, η οφειλέτιδα πρέπει να διαμορφώσει το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών της με τέτοιο τρόπο, ώστε για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της να προβλέπει αφενός μεν ότι θα καταβάλλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής της, αφετέρου δε ότι θα καταβάλλει ποσό τέτοιο ώστε η πιστώτρια της να μην βρεθεί, χωρίς τη συναίνεσή της, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης (βλ. υπ’ αριθμ. 54/2015 Απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, Φ.Ε.Κ. B’ 2740/16-122015). Επομένως, σημασία πλέον για το τί θα καταβάλλει η οφειλέτιδα για την προστασία της κύριας κατοικίας της έχει το εκτιμώμενο ποσό του πλειστηριάσματος, βάσει της τρέχουσας εμπορικής αξίας του ακινήτου, αφαιρουμένων των εξόδων της εκτέλεσης (άρθρ. 993παρ.2γ’ ΚΠολΔ, Π.Δ. 59/2016 και υπ’ αριθμ. 54/2015 Απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος). Σε κάθε περίπτωση, η εμπορική αξία του ακινήτου ενδέχεται ν’ απομειώνεται λόγω της αναγκαστικής εκποίησής του, συνυπολογίζεται ωστόσο και η ενδεχόμενη ζημία της πιστώτριας κατά το ποσό της απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη του (άρθρ. 932 του νόμου). Το ποσό το οποίο θα εισέπραττε η πιστώτρια σε περίπτωση αναγκαστικής εκτελέσεως προκύπτει από πραγματογνωμοσύνη, που μπορεί να έχει τη μορφή πλής εκτίνησης, ενώ το δικαίωμα της οφειλέτιδος για εκτίμηση του
ακινήτου από πιστοποιημένο εκτιμητή (άρθρ. 1 υποπαράγρ. ΓΙ
Ν. 4152/2013) δεν αναιρεί τη δυνατότητα προσκόμισης λοιπών αποδεικτικών μέσων (βλ. και Βενιέρη— Κατσά, ο.π., σελ. 631 επ.) , καθόσον οι εκτιμήσεις αξιολογούνται ελεύθερα από το Δικαστήριο. Το παρόν Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα και κατά επιτρεπτή αυτεπάγγελτη έρευνα βάσει των χαρακτηριστικών στοιχείων του συγκεκριμένου ακινήτου και της περιοχής όπου αυτό βρίσκεται, προσδιορίζει την εμπορική του αξία σε 30.000,00 ευρώ. Επομένως, για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, της οποίας έχει την πλήρη κυριότητα κατά ποσοστό 100%, πρέπει η αιτούσα να καταβάλει το ποσό που θα λάμβανε η πιστώτρια της σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, ήτοι το ποσό των ( 30.000,00 € εκτιμώμενο ποσό πλειστηριάσματος — 2.500€ έξοδα εκτέλεσης ) 27.500,00 ευρώ, το οποίο δεν υπερβαίνει το συνολικό υπόλοιπο των οφειλών της. Μετά την πρόσφατη τροποποίηση του Ν. 3869/2010 από το Ν. 4549/2018, που καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες, δεν προβλέπεται η χορήγηση περιόδου Χάριτος μεταξύ των δύο ρυθμίσεων των άρθρων 8 και 9, οι οποίες κατά το νόμο πρέπει να συντρέχουν. Επίσης, με το άρθρο 6256 Ν. 4549/2018 προστέθηκε η παράγραφος 6 στο άρθρο 9 Ν. 3869/2010, σύμφωνα με την οποία οι παράγραφοι 3 έως 6 του άρθρου 8 εφαρμόζονται και στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9. Στην προκειμένη δε περίπτωση, αφενός συντρέχουν στο πρόσωπο της οφειλέτιδος οι εξαιρετικές περιστάσεις του άρθρου 855, αφετέρου πρέπει να τηρηθεί το πλαίσιο του άρθρου 932 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της και δη να καταβάλλει αυτή ποσό τέτοιο ώστε η πιστώτριά της να μην βρεθεί σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, κάτι που ιτλέον απαγορεύεται και από τη νέα διάταξητου άρθρου 9παρ2β Ν. 3869 / 2010 όπως προστέθηκε με το άρθρο 62παρ3 Ν. 4549/2018. Για το λόγο τούτο, το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπ’ όψιν τόσο το ύψος των οφειλών της, όσο και την ηλικία της και τις οικονομικές δυνατότητες της αιτούσας και δη τη μέγιστη ικανότητα αποπληρωμής της, ορίζει στα πλαίσια του άρθρου 952 ως χρόνο εξόφλησης τα 20 έτη ( 240 μήνες ). Ορίζει δε μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους για χρονικό διάστημα τριών ετών (άρθρ. 855 και 936 Ν. 3869/2010 όπως η τελευταία παράγραφος προστέθηκε με το Ν. 4549/2018 κι εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς δίκες), ήτοι για τα πρώτα τρία έτη της ρύθμισης του άρθρου 932 έκαστη καταβαλλόμενη μηνιαία δόση θ’ ανέρχεται στο ιτοσό των 50,00 ευρώ ( 36 μήνες X 50,00€ = 1.800,00€ ), ακολούθως δε, για τα υπόλοιπα δεκαεπτά έτη της ρύθμισης του άρθρου 952 έκαστη καταβαλλόμενη μηνιαία δόση θ’ ανέρχεται στο ποσό των 125,99 ευρώ, κατά προσέγγιση ( 204 μήνες X 125,99 € = 25.700,00 ευρώ ). Οι άνω 240 μηνιαίες δόσεις του άρθρου 932 Ν. 3869/2010 θα καταβάλλονται, κατά αναλογική εφαρμογή των άρθρων 974 επ. ΚΠολΔ και δη του άρθρου 977 παρ. 3 εδ. γ’ ΚΠολΔ, από την αιτούσα προς μερική ικανοποίηση των υπό ρύθμιση δανειακών οφειλών της, οι οποίες μεταβιβάσθηκαν, λόγω ειδικής διαδοχής, από την τράπεζα με την επωνυμία ……..στην αλλοδαπή εταιρία με την επωνυμία ………..μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια της οποίας τυγχάνει εν προκειμένω η κυρίως παρεμβαίνουσα, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, με έναρξη τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ως εξής : ( Α ) κατά τα πρώτα τρία έτη της ρύθμισης α) στη με αριθμό ……..και με στοιχεία ταυτοποίησης απαίτησης ……. σύμβαση στεγαστικού δανείου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, που είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη, θα καταβληθεί το 90% του ποσού του πλειστηριάσματος, ήτοι θα καταβάλλεται μηνιαίως το ποσό των ( 50,00 ευρώ x 90% = ) 45,00 ευρώ, και, β) στη με αριθμό …………σύμβαση καταναλωτικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου ΒΕΚ, που είναι ανέγγυα θα καταβληθεί το 10% του ποσού του πλειστηριάσματος, ήτοι θα καταβάλλεται μηνιαίως το ποσό των ( 50,00 ευρώ χ 10% = ) 5,00 ευρώ και ( B ) κατά τα υπόλοιπα 17 έτη της ρύθμισης, α) στη με αριθμό ………..και με στοιχεία ταυτοποίησης απαίτησης……….., σύμβαση στεγαστικού δανείου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, που είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη, θα καταβάλλεται μηνιαίως το ποσό των ( 125,99 ευρώ x 90% = ) 113,39 ευρώ, και, β) στη με αριθμό……………….σύμβαση καταναλωτικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου ΒΕΚ, θα καταβάλλεται μηνιαίως το ποσό των ( 125,99 ευρώ x 10% = ) 12,60 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού ( 27.500,00 ευρώ ) από την αιτούσα θα γίνεται εντόκως με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που ίσχυε σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τον τελευταίο μήνα για τον οποίο υφίσταται μέτρηση, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ή σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος και χωρίς ανατοκισμό.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, αφού συνεκδικασθεί η κρινόμενη αίτηση με την προφορικώς ασκηθείσα κύρια παρέμβαση, πρέπει αφενός μεν να γίνει δεκτή η κύρια παρέμβαση, ως ουσιαστικά βάσιμη, αφετέρου δε να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ρυθμισθούν οι οφειλές της αιτούσας, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Επισημαίνεται ότι η αιτούσα έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση στο Ελληνικό Δημόσιο για τη μερική κάλυψη του ποσού της ορισθείσας μηνιαίας καταβολής στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθρου 952 Ν. 3869/2010, ενημερώνοντας σχετικά την πιστώτρια (άρθρο 952 Ν. 3869/2010 όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 6252 Ν. 4549/2018, άρθρ. 68 Ν. 4549/2018). Παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της πιστώτριας που δικάσθηκε ερήμην δεν ορίζεται, καθόσον άσκηση τέτοιας ανακοπής δεν προβλέπεται στο νόμο ( άρθρο 14 ν. 3869/2010 ). Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου8παρ.6 N. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την κρινόμενη αίτηση με την προφορικώς ασκηθείσα κύρια παρέμβαση, ερήμην της πιστώτριας με την επωνυμία ……….
ΔΕΧΕΤΑΙ την προφορικώς ασκηθείσα κύρια παρέμβαση.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τις οφειλές της αιτούσας επί τριετία ( 36 μήνες ) , ορίζοντας μηδενικές μηνιαίες καταβολές από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης.
ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης της κύρια κατοικίας της αιτούσας, επί της οποίας διαθέτει την πλήρη κυριότητα κατά ποσοστό 100%, ήτοι ένα αυτοτελές και διηρημένο διαμέρισμα του τετάρτου ( 4ου ) ορόφου της οικοδομής B, το οποίο έχει πρόσοψη στην απότμηση των οδών……… και……., εμβαδού καθαρού 36,85 τ.μ. και μικτού 46,00 τ.μ., το οποίο αποτελείται από ένα ( 1 ) δωμάτιο, σαλόνι — κουζίνα και λουτρό, με το χαρακτηριστικό αριθμό δύο ( 2 ), στο οποίο αναλογεί και αντιστοιχεί ποσοστό συμμετοχής εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των εν γένει κοινόκτητων και κοινόχρηστων Χώρων, μερών και εγκαταστάσεων των οικοδομών 5,500/ 1000, μετά μίας υπόγειας αποθήκης, με πρόσβαση από το εσωτερικό κλιμακοστάσιο της οικοδομής, εμβαδού καθαρού 4,16 τ.μ., με το χαρακτηριστικό αριθμό τρία ( …. ) , στην οποία αναλογεί και αντιστοιχεί ποσοστό συμμετοχής εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των εν γένει κοινόκτητων και κοινόχρηστων Χώρων, μερών και εγκαταστάσεων των οικοδομών 0,500/1000. Το εν λόγω διαμέρισμα βρίσκεται στην B’ οικοδομή, η οποία ανεγέρθηκε, δυνάμει της με αριθμό …./16-12-2005 άδειας ανεγέρσεως του Τμήματος Πολεοδομίας του Δήμου ………..σε οικόπεδο, εκτάσεως 3.580,00 τ.μ., το οποίο βρίσκεται εντός του με αριθμό ….. Ο.Τ. το εγκεκριμένου σχεδίου του Δήμου …………του Νομού Θεσσαλονίκης και επί των οδών …………και ……
ΟΡΙΖΕΙ για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της οφειλέτιδος να καταβάλλει αυτήν προς μερική ικανοποίηση των υπό ρύθμιση δανειακών οφειλών της, οι οποίες μεταβιβάσθηκαν, λόγω ειδικής διαδοχής, από την τράπεζα με την επωνυμία ……….στην αλλοδαπή εταιρία με την επωνυμία ……..για λογαριασμό της οποίας ενεργεί στην παρούσα δίκη, ως μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια, η κυρίως παρεμβαίνουσα, το συνολικό ποσό των είκοσι επτά χιλιάδων και πεντακοσίων ( 27.500,00 ) ευρώ, σε διακόσιες σαράντα ( 240 ) μηνιαίες δόσεις, με έναρξη τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, εντόκως με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που ίσχυε σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τον τελευταίο μήνα για τον οποίο υφίσταται μέτρηση, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ή σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος και χωρίς ανατοκισμό. Καθεμία από τις ως άνω δόσεις, οι οποίες θα ξεκινήσουν τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, θα ανέρχονται ( Α στο ποσό των πενήντα ( 50,00 ) ευρώ κατά τα πρώτα τρία έτη ( 36 μήνες ) της ρύθμισης και θα καταβάλλονται, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, ως εξής : α) στη με αριθμό ………και με στοιχεία ταυτοποίησης απαίτησης………, σύμβαση στεγαστικού δανείου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, θα καταβάλλεται το ποσό των 45,00 ευρώ και β) στη με αριθμό ……….σύμβαση καταναλωτικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου …, θα καταβάλλεται το ποσό των 5,00 ευρώ, και ( B ) στο ποσό των εκατόν είκοσι πέντε ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (125,99 ευρώ ) κατά τα υπόλοιπα δεκαεπτά έτη ( 204 μήνες ) της ρύθμισης, και θα καταβάλλονται, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, ως εξής : α) στη με αριθμό ……….και με στοιχεία ταυτοποίησης απαίτησης ………..σύμβαση στεγαστικού δανείου Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, θα καταβάλλεται μηνιαίως το ποσό των 113,39 ευρώ, και,β) στη με αριθμό τη με αριθμό ……………σύμβαση καταναλωτικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου ….,θα καταβάλλεται το ποσό των 12,60 ευρώ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη, την 8-7-2020, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ