Οι δικηγόροι στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα της δικηγορικής εταιρίας Ε-ΝΟΜΙΚΑ έχουν χειριστεί με επιτυχία πλήθος υποθέσεων σχετικά με τα επιχειρηματικά δάνεια και την προστασία των δανειοληπτών.
Οι δικηγόροι στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα της δικηγορικής εταιρίας Ε-ΝΟΜΙΚΑ έχουν χειριστεί με επιτυχία πλήθος υποθέσεων σχετικά με τα επιχειρηματικά δάνεια και την προστασία των δανειοληπτών.
Το Τραπεζικό δίκαιο, η προστασία των δανειοληπτών και η εφαρμογή του νόμου περί προστασίας του Καταναλωτή για την ερμηνεία των παράνομων και καταχρηστικών όρων χορήγησης τραπεζικών προϊόντων όπως επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες, αποτελούν τα βασικότερα αντικείμενα εξειδίκευσης του γραφείου μας.
Έχουμε εμβαθύνει στην Προστασία του Δανειολήπτη – Καταναλωτή, μελετώντας τους δυσβάσταχτους και καταχρηστικούς όρους συναλλαγών (ΓΟΣ) που χρησιμοποιούν οι Τράπεζες κατά την χορήγηση δανείων, εγκλωβίζοντας και παγιδεύοντας έτσι τον δανειολήπτη, επεξεργάζοντας, ανά περίπτωση παρανόμως, τα προσωπικά του δεδομένα και εγγράφοντας στην Τειρεσίας Α.Ε.
Επιλύουμε και χειριζόμαστε, αφενός όλες τις τυχόν παράνομες και καταχρηστικές ενέργειες των Τραπεζών (προμήθειες, τραπεζικές απάτες, δάνεια σε ελβετικό φράγκο, διαιώνιση της οφειλής, εκμετάλλευση της άγνοιας του δανειολήπτη και παραπλάνηση του, ενοχλητικά τηλέφωνα από εισπρακτικές εταιρίες) και αφετέρου αναλαμβάνουμε να σταματήσουμε – ανακόψουμε κάθε κίνηση των Τραπεζών εις βάρος σας (πλειστηριασμό, κατάσχεση, εξώδικο, καταγγελία, διαταγή πληρωμής κτλ.), δίνοντας έτσι την ευκαιρία στου πελάτες μας να ατενίσουν το μέλλον με αισιοδοξία και να επανενταχτούν στην κοινωνική και οικονομική ζωή, διαγράφοντας ή ρυθμίζοντας ευνοϊκά τις οφειλές τους.
Διαταγή Πληρωμής Κατάσχεση Πλειστηριασμός
Η προστασία των δανειοληπτών στις μέρες μας καθίσταται επιτακτική, με δεδομένο ότι τα πιστωτικά ιδρύματα στρέφονται συχνά κατά μεγάλο μέρος των οφειλετών, εκκινώντας διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν στο στάδιο του πλειστηριασμού. Αποτέλεσμα αυτού θα είναι ο δανειολήπτης να χάσει κάποιο ακίνητο περιουσιακό του στοιχείο, συνήθως την κύρια κατοικία του, η οποία φέρει εμπράγματο βάρος (π.χ. προσημείωση υποθήκης ή υποθήκη).
Με σκοπό την αποφυγή αυτής της δυσχερούς κατάστασης, ο νόμος προβλέπει ένα πολύ βασικό εργαλείο άμυνας στα χέρια του οφειλέτη, ώστε να αντικρούσει τη διαδικασία της εις βάρος του εκτέλεσης, προτού φτάσει αυτή στο στάδιο του πλειστηριασμού. Η πρώτη νομική άμυνα που παρέχεται στους οφειλέτες είναι αυτήτης ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής, κατ’ άρθρο 632 ΚΠολΔ. Παρακάτω θα αναλυθεί η διάταξη του άρθρου 632 ΚΠολΔ και οι δυνατότητες που έχει ο οφειλέτης σε αυτές τις περιπτώσεις.
Το άρθρο 632 ΚΠολΔ προβλέπει ότι:
1. Ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο καθ’ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο του τόπου έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Αντίγραφα των εγγράφων τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση παραμένουν στη γραμματεία του δικαστηρίου μέχρι την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής κατά την παρούσα παράγραφο.
2. Η προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής είναι δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες αν η διαταγή πληρωμής έχει εκδοθεί κατά προσώπου που έχει την διαμονή ή την έδρα του στην Ελλάδα και τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες αν η διαταγή πληρωμής έχει εκδοθεί κατά προσώπου που έχει τη διαμονή ή την έδρα του στο εξωτερικό ή η διαμονή του είναι άγνωστη. Η ανακοπή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ..
3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 631 η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής. Το δικαστήριο όμως, ο δικαστής του οποίου εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής, μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., να χορηγήσει αναστολή με ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση για την ασκηθείσα ανακοπή.
Η αναστολή αυτή δεν εμποδίζει την λήψη ασφαλιστικών μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 724. 4. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση κατά της οριστικής απόφασης, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση που προσβάλλεται μπορεί, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., έως τη συζήτηση της έφεσης, μετά από αίτηση του οφειλέτη, και εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση της έφεσης, να αναστείλει ολικά ή εν μέρει την εκτέλεση, ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση, με τον όρο να δοθεί εγγύηση, η οποία ορίζεται από την απόφαση που διατάσσει την αναστολή ή και χωρίς εγγύηση. Με τις ίδιες προϋποθέσεις το δικαστήριο που δικάζει την έφεση μπορεί, σε κάθε στάση της δίκης, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη η οποία υποβάλλεται με το δικόγραφο της έφεσης ή με τις προτάσεις, να αναστείλει την εκτέλεση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο. 5.
Η δυνατότητα αναστολής της εκτέλεσης κατά την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου παρέχεται και στην περίπτωση που δεν είχε χορηγηθεί αναστολή της εκτέλεσης σύμφωνα με την παράγραφο 3. 6. Με την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής μπορεί να σωρευθεί και αίτημα ακυρώσεως των πράξεων εκτελέσεως, οι οποίες ενεργούνται με βάση αυτήν, αν συντρέχουν και οι προϋποθέσεις του άρθρου 218 ΚΠολΔ. 7. Αν ο ανακόπτων δεν λάβει μέρος κανονικά στη δίκη, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση χωρίς αυτόν και απορρίπτει την ανακοπή».
Καταρχάς, για να εκκινήσει η διαδικασία της άσκησης ανακοπής εκ μέρους του οφειλέτη, θα πρέπει πρώτα να του επιδοθεί μέσω δικαστικού επιμελητή διαταγή πληρωμής, με την οποία καλείται να πληρώσει το συνολικό ποσό της οφειλής του εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, άλλως θα προχωρήσουν οι διαδικασίες της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Ο οφειλέτης δικαιούται εντός χρονικού διαστήματος δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών να στραφεί κατά της διαταγής πληρωμής, ασκώντας την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ. Αρμόδιο Δικαστήριο για την κατάθεση της ανακοπής είναι αυτό του τόπου έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Κριτήριο για την καθ’ ύλη αρμοδιότητα είναι όχι ποιο δικαστήριο εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής, αλλά ποιο θα ήταν καθ’ ύλην αρμόδιο για την απαίτηση, αν είχε ασκηθεί αγωγή.
Η ανακοπή ασκείται όπως η αγωγή, δηλαδή κατατίθεται το δικόγραφο στην αρμόδια γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται και αντίγραφο της επιδίδεται στον καθ’ ου η ανακοπή.
Επισημαίνεται ότι εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών θα πρέπει να γίνει τόσο η κατάθεση της ανακοπής όσο και η επίδοση της προς τον καθ’ ου. Από τα ανωτέρω, συνάγεται ότι η εκπρόθεσμη ανακοπή είναι απαράδεκτη και απορρίπτεται αυτεπαγγέλτως.
Η ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ εκδικάζεται πάντοτε κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ., όπως ορίζεται στο επίμαχο άρθρο. Ωστόσο, η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε δυνάμει πιστωτικών τίτλων (π.χ. επιταγή, συναλλαγματική) δικάζεται κατά τη διαδικασία των πιστωτικών τίτλων, αφού και εδώ πρόκειται για περιουσιακή διαφορά, ειδικότερα ρυθμιζόμενη.
Η ανακοπή πρέπει να περιέχει στο δικόγραφο της κατά τρόπο σαφή και ορισμένο όλους τους λόγους κατά τους κύρους της διαταγής πληρωμής καθώς και τους λόγους με τους οποίους οριοθετείται η δίκη της ανακοπής, πρέπει να περιέχει δηλαδή σαφείς και ορισμένες τις αντιρρήσεις και ενστάσεις του ανακόπτοντος κατά της συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής. Πρέπει, περαιτέρω, να προσδιορίζει την έλλειψη εκείνων των ουσιαστικών ή διαδικαστικών προϋποθέσεων που δικαιολογούν την ακύρωση της διαταγής πληρωμής.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 633 παρ. 2 ΚΠολΔ, στην περίπτωση όπου δεν έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα ανακοπή, ο δανειστής μπορεί να επιδώσει πάλι την επίμαχη διαταγή στον οφειλέτη, ο οποίος έχει δικαίωμα να ασκήσει την ανακοπή εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από τη νέα επίδοση.
Επισημαίνεται ότι μπορεί να λάβει χώρα δεύτερη επίδοση της διαταγής πληρωμής είτε η ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα είτε ασκήθηκε εμπρόθεσμα, αλλά απορρίφθηκε για λόγους τυπικούς. Για να αξιωθεί η τήρηση της δεύτερης αυτής προθεσμίας, θα πρέπει να έχει προηγηθεί έγκυρη πρώτη επίδοση της διαταγής πληρωμής.
Σε αυτή την περίπτωση, ο οφειλέτης δεν έχει δικαίωμα να ασκήσει την αίτηση αναστολής του άρθρου 632 παρ. 3 ΚΠολΔ. Επιπροσθέτως, δε περίπτωση όπου περάσει άπρακτη και η δεύτερη προθεσμία των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών, τότε η διαταγή πληρωμής αποκτά δύναμη δεδικασμένου και δύναται να προσβληθεί μόνο με αναψηλάφηση.
Λόγους ανακοπής συνιστούν τόσο η έλλειψη τυπικών προϋποθέσεων για την έγκυρη έκδοση της διαταγής πληρωμής (α. 623 επ. ΚΠολΔ)είτε την ουσιαστική ακυρότητα της διαταγής πληρωμής με την έννοια ότι ο ανακόπτων αμφισβητεί την ύπαρξη της οφειλής του, προβάλλοντας ανατρεπτικές ή διακωλυτικές της γέννησης της απαίτησης του καθ’ ου η ανακοπή, ενστάσεις. Σημειώνεται ότι κύριο αντικείμενο της δίκης που ανοίγεται με την ανακοπή είναι το κύρος της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής και όχι η διάγνωση της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε.
Σημειώνεται ότι δεν μπορούν να προταθούν νέοι λόγοι ανακοπής με τρόπο διαφορετικό του οριζόμενου στο άρθρο 585 παρ. 2, δηλαδή ποτέ με τις έγγραφες προτάσεις του ανακόπτοντος της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας δίκης ή με το δικόγραφο της έφεσης ή της αναίρεσης κατά της απόφασης που απέρριψε την ανακοπή.
Η διάταξη του άρθρο 585 παρ. 2 ΚΠολΔ προβλέπει ότι «το έγγραφο της ανακοπής πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 έως 120, και τους λόγους της. Νέοι λόγοι μπορούν να προταθούν μόνο με πρόσθετο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω από το οποίο συντάσσεται έκθεση, και κοινοποιείται στον αντίδικο μέσα σε εξήντα ημέρες (60) από την κατάθεση της ανακοπής ή, όταν πρόκειται για ειδικές διαδικασίες, οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση».
Προκειμένου να εκδοθεί η διαταγή πληρωμής απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 623 ΚΠολΔ και του άρθρου 624 ΚΠολΔ. Αν ο λόγος ανακοπής, που προβάλλεται εκ μέρους του ανακόπτοντος στηρίζεται στην αμφισβήτηση των ως άνω προϋποθέσεων, τότε ο δανειστής έχει την υποχρέωση να αποδείξει την συνδρομή τους, καθώς οι προϋποθέσεις αυτές είναι απαραίτητες για την έκδοση έγκυρης διαταγής πληρωμής. Στην περίπτωση κατά την οποία διαπιστωθεί ότι δεν συνέτρεχε μία εκ των ανωτέρω προϋποθέσεων η διαταγή πληρωμής θα ακυρωθεί, γιατί θα έχει αποδειχθεί ότι η αίτηση επί της οποίας εκδόθηκε ήταν δικονομικά ουσία αβάσιμη.
Επιπροσθέτως, αν ο οφειλέτης αμφισβητήσει το εκκαθαρισμένο της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε διαταγή πληρωμής δεν απαιτείται για το ορισμένο του λόγου αυτού να προσδιορίσει και το ύψος στο οποίο θα ανερχόταν η απαίτηση αν αυτή ήταν εκκαθαρισμένη, καθώς, όπως ήδη αναφέρθηκε το βάρος της συνδρομής των θετικών και αρνητικών προϋποθέσεων έκδοσης διαταγής πληρωμής φέρει ο δανειστής.
Σύμφωνα με το άρθρο 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, η άσκηση της ανακοπής, δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής.Το δικαστήριο όμως που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ, να χορηγήσει αναστολή ώσπου να εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή.
Η αίτηση αναστολής είναι και αυτή δικόγραφο, ασκείται όπως και η ανακοπή, δηλαδή με κατάθεση και επίδοση στον αντίδικο εντός της ίδιας προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση τη διαταγή πληρωμής και η συζήτηση αυτής γίνεται επίσης ενώπιον δικαστηρίου. Η αίτηση αναστολής, δικάζεται πιο σύντομα από την ανακοπή και με αυτή το ζητούμενο είναι – όχι η ακύρωση της διαταγής πληρωμής, όπως με την ανακοπή, αλλά – η αναστολή κάθε πράξης εκτέλεσης ( κατάσχεσης ) μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής που ασκήθηκε.
Κατά το άρθρο 631 ΚΠολΔ η διαταγή πληρωμής αποτελεί εκτελεστό τίτλο δυνάμει του οποίου ο δανειστής μπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του οφειλέτη. Συνεπώς, εάν μέχρι τη συζήτηση της ανακοπής υπάρχει άμεσος και επικείμενος κίνδυνος για τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη λόγω του επικείμενου πλειστηριασμού και θα προκληθεί ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη στον αιτούντα την ανακοπή, θα πρέπει αυτός να καταθέσει αίτηση αναστολής εκτελέσεως μαζί με την άσκηση της προαναφερθείσας ανακοπής του αρ.632 ΚΠολΔ.
Συνεπώς, για την παραδοχή της αίτησης αναστολής της εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) η εμπρόθεσμη άσκηση της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, β) γίνεται δεκτό ότι απαιτείται και η πιθανολόγηση ευδοκίμησης ενός λόγου ανακοπής τουλάχιστον και γ) γίνεται, επίσης, δεκτό ότι πρέπει να πιθανολογηθεί ότι η εκτέλεση θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στον ανακόπτοντα.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής, η οποία είναι άμεσα εκτελεστός τίτλος κατ’ άρθρο 631 ΚΠολΔ. Ωστόσο το Δικαστήριο που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής μπορεί κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ, κατόπιν υποβολής αίτησης από αυτόν κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής, να χορηγήσει αναστολή.
Αν ο οφειλέτης δεν αμυνθεί, ασκώντας εμπρόθεσμα ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, τότε η δανείστρια τράπεζα μπορεί να προχωρήσει στις επόμενες ενέργειες της αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος της περιουσίας του οφειλέτη. Προβλέπεται, ωστόσο, στο νόμο η περίπτωση όταν δεν έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα ανακοπή από τον οφειλέτη, τότε ο δανειστής μπορεί να επιδώσει δεύτερη φορά, ώστε να εκκινήσει η προθεσμία των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών και ο οφειλέτης να προχωρήσει στην κατάθεση της ανακοπής.
Αν και σε αυτή την περίπτωση, παρέλθει άπρακτη η δεύτερη αυτή προθεσμία, τότε η διαταγή πληρωμής αποκτά ισχύ δεδικασμένου και μπορεί να προσβληθεί μόνο με το έκτακτο ένδικο μέσο της αναψηλάφησης.
Στην περίπτωση όπου το αρμόδιο δικαστήριο κάνει δεκτή την ανακοπή του οφειλέτη, ακυρώνει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, η οποία καθίσταται άνευ αντικειμένου. Με την εμπρόθεσμη άσκηση της ανακοπής, ο οφειλέτης απομακρύνει τον κίνδυνο των ενεργειών αναγκαστικής εκτέλεσης (π.χ. κατάσχεση και πλειστηριασμός), γι’ αυτό το λόγο αποτελεί ένα από τα βασικότερα εργαλεία στα χέρια του οφειλέτη. Επιπλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 634 παρ. 2 ΚΠολΔ «Αν ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής, η παραγραφή ή η αποσβεστική προθεσμία θεωρείται ότι έχει ανασταλεί από την επίδοση της διαταγής πληρωμής ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή».
Εάν υπάρχει καθυστέρηση στην καταβολή ορισμένων δόσεων του δανείου (συνήθως δίδεται περιθώριο τριών (3) καθυστερούμενων δόσεων, το οποίο όμως μπορεί να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο, ανάλογα με τους ειδικότερους όρους της σύμβασης), προβλέπεται δυνατότητα της πιστώτριας Τράπεζας αρχικά να καταγγείλει το δάνειο με εξώδικη γνωστοποίηση που κοινοποιεί στον οφειλέτη και ακολούθως να προβεί σε αίτηση έκδοσης διαταγής πληρωμής στο αρμόδιο δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή η διαταγή πληρωμής δεν θα αφορά μόνο το ποσό των δόσεων που βρίσκονται σε καθυστέρηση αλλά όλο το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό του δανείου.
Δευτέρα-Παρασκευή 09.00-16.00 και 18.00-20.00 (Δευτέρα – Πέμπτη)
Copyright 2012-2023 @ e-nomika.gr All rights reserved.
ping.gr