Με την υπ’ αριθμόν 2856/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, το δικαστήριο έκανε δεκτή εν’ όλω την αίτηση του εντολέα μας για υπαγωγή του στο καθεστώς του Ν. 3869/2010 («νόμος Κατσέλη»).
Πιο συγκεκριμένα ο αιτών έγγαμος συνταξιούχος με απολαβές 1.435 ευρώ το μήνα προερχόμενες από την σύνταξή του και την εκμίσθωση αγροτεμαχίων της συζύγου του δημιούργησε χρέη προς τις πιστώτριες τράπεζες συνολικού ύψους 37.489 ευρώ η μηνιαία δόση των οποίων ανέρχονταν στα 500 ευρώ. Το δικαστήριο εφάρμοσε κούρεμα του χρέους του σε ποσοστό 76% ρυθμίζοντάς την μηνιαία δόση των οφειλών στο ποσό των 250,00 ευρώ για τα επόμενα τρία χρέη με παράλληλη διαγραφή του υπολειπόμενου ποσού του χρέος του προς τις πιστώτριες. Τη δικαστική εκπροσώπηση ανέλαβε ο δικηγόρος Θεσσαλονίκης Μιχαήλ Ζηδιανάκης.
Παρακάτω παρατίθεται η σχετική απόφαση:
Αριθμός: 2856/2018
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη, Ειρήνη – Μαρία Καλύβα, που ορίσθηκε με Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, με την παρουσία και της Γραμματέως, Χριστίνας Μαραγκάκη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, την 22 Ιανουαρίου 2018, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: ………… του ………. και της ………, κατοίκου…….. Θεσσαλονίκης (οδ. 25ης……..αρ……), με ΑΦΜ …….., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Μιχαήλ Ζηδιανάκη, και υπέβαλε προτάσεις.
ΤΩΝ ΚΑΘ ‘ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ, που κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθ. 5 του Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ): 1) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας με την επωνυμία…………, που εδρεύει στην Αθήνα (οδ…….αρ. ….) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 2) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας με την επωνυμία …………..που εδρεύει στην Αθήνα (οδ. …..αρ. ….) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, και 3) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας με την επωνυμία ……………..,που εδρεύει στην Αθήνα (οδ. ………αρ. ….) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, …………., και υπέβαλε προτάσεις.
Ο αιτών, με την από 01-03-2017 αίτησή του, που κατατέθηκε με αριθ. έκθ. κατάθ. 2473/13-03-2017 στη γραμματεία του ανωτέρω Δικαστηρίου από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Μιχαήλ Ζηδιανάκη (που προσκόμισε και κατέθεσε, για τη σύνταξη της αιτήσεως, το υπ’ αριθ. Α ………γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης), ζήτησε όσα με λεπτομέρεια αναφέρονται σε αυτή, για τους λόγους που επικαλείται. Η συζήτηση της αίτησης αυτής ορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (22-01-2018) και ενεγράφη στο οικείο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν, οι οποίοι, για την παράστασή τους, ενώπιον του Δικαστηρίου, και την κατάθεση προτάσεων, προσκόμισαν και κατέθεσαν τα υπ’ αριθ. Α3Ι3756/22-Ο1-2ΟΙ8 και Α3Ι37Ο4/22-ΟΙ-2ΟΙ8 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, αφού ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν στο ακροατήριο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθ. 1523/28-03-2017 και 1524/28-03-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …………., που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο αιτών, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη κατάθεσης, ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (22-01-2018), επιδόθηκε νομίμως στις α’ και β’ των καθ’ ων η αίτηση, Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία …………και Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία …………….εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών από την κατάθεση της αιτήσεως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 5 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ. 13 του Ν. 4161/2013 και διατηρήθηκε σε ισχύ μετά την εφαρμογή του Ν. 4336/2015. Όμως, οι προαναφερόμενες καθ’ ων δεν παραστάθηκαν, κατά την ανωτέρω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε, από το πινάκιο, στη σειρά της, για να συζητηθεί. Κατόπιν τούτων, πρέπει οι τελευταίες να δικασθούν ερήμην, να προχωρήσει, όμως, η συζήτηση της υποθέσεως σαν να είναι παρούσες (άρθ. 754 εδ. β’ ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής, προς τις αναφερόμενες στην αίτηση πιστώτριές του, των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, οποίες (οφειλές) αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητάει να επικυρωθεί το προτεινόμενο από αυτόν σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, άλλως τη ρύθμιση των χρεών του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθεί υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή του από αυτά. Επίσης, δηλώνει ότι δεν έχει προβεί στη μεταβίβαση εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου κατά την τελευταία τριετία πριν την κατάθεση της αιτήσεως.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αίτηση, εισάγεται παραδεκτώς και αρμοδίως ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, της περιφέρειας της κατοικίας του αιτούντος, κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθ. 3 Ν. 3869/2010), εφόσον, για το παραδεκτό αυτής, τηρήθηκαν όσα προβλέπονται από τη διάταξη του άρθ. 4 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παρ. 4 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 2 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του ίδιου Νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την 19-8-2015, καθώς η υπό κρίση αίτηση συνοδεύεται από: α) τα έγγραφα που έχει ο οφειλέτης στη διάθεσή του και αφορούν στην περιουσία και τα εισοδήματα του ίδιου και της συζύγου του, στα κάθε φύσης εισοδήματά του, στους πιστωτές του και τις απαιτήσεις τους, καθώς και β) την από 10-03-2017 υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος, όσον αφορά στην ορθότητα του περιεχομένου της αιτήσεως. Παραδεκτά δε εισάγεται προς συζήτηση, εφόσον: 1) αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως επιδόθηκε στις πιστώτριές του, εντός δέκα πέντε ημερών από την κατάθεση της αιτήσεως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 5 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, (βλ. τις υπ’ αριθ. 1523/28-03-2017 και 1524/28-03-2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………………, και την υπ’ αριθ. 7776Β’/28-Ο3-2Ο17 όμοια έκθεση της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Θεσσαλονίκης, με έδρα το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, Σταματίας Γ. Κώστα), 2) δεν επιτεύχθηκε προδικαστικός συμβιβασμός και επικύρωση αυτού, κατά την ορισθείσα, κατόπιν αναβολής, από τον Ειρηνοδίκη ημέρα επικύρωσης, ήτοι την 29-05-2017 (βλ. την από 14-062017 προσωρινή διαταγή, επί της ανωτέρω αιτήσεως, του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης) και 3) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της Χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο, κατ’
άρθρο 13 παρ. 2 Ν.3869/2010 (βλ. υπ’ αριθ. 1668/15-03-2018 βεβαίωση του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης). Περαιτέρω, η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, αφού περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τον προσδιορισμό του αντικειμένου της, όπως: α) το γεγονός ότι ο αιτών στερείται πτωχευτικής ικανότητας και έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, β) κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του ίδιου και της συζύγου του, γ) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους, κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, δ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, και ε) το γεγονός ότι ο αιτών δεν έχει προβεί στη μεταβίβαση εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου κατά την τελευταία τριετία πριν την κατάθεση της αιτήσεως, κατ’ άρθ. 747, 216 παρ. 1 ΚΠολΔ και 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010, όπως το τελευταίο άρθρο ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθ. 2 παρ. Α υποπαρ. Α.4 άρθρο 1 παρ. 3 του Ν. 4336/2015, και κανένα άλλο στοιχείο δεν απαιτείται για την πληρότητα του δικογράφου της. Επομένως, ο αντίθετος ισχυρισμός που υπέβαλε η γ’ καθ’ ης η
αίτηση (Τράπεζα …….…..), περί αοριστίας της αιτήσεως, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, εφόσον όλες οι επικαλούμενες από αυτή “ελλείψεις” του δικογράφου της αιτήσεως δεν συνιστούν στοιχεία του ορισμένου της αίτησης για τη ρύθμιση χρεών (άρθ. 4 παρ. 1 ν. 3869/2010), ούτε προαπαιτούμενα της δικαστικής διάγνωσης, ως προς την εφαρμογή ή όχι του συστήματος του νόμου αυτού (άρθ. 1 του ίδιου νόμου) και, συνεπώς, δεν είναι αναγκαίο να μνημονεύονται στην αίτηση (βλ. ΑΓΙ 64/2017, ΑΓΙ 65/2017, δημ. ΝΟΜΟΣ). Επίσης, η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3 , 8, 9 παρ. 1 και 11 του Ν. 3869/2010, όπως τα άρθρα αυτά αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 2 παρ. Α υποπαρ. Α4, άρθρο 1 του Ν. 4336/2015 και από το άρθ. 14 του Ν. 4346/2015. Το αίτημα, όμως, αυτής να επικυρωθεί το σχέδιο διευθετήσεως, κατ’ άρθρο 7 του Ν. 3869/2010, είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου αυτού από τους διαδίκους, κατά το ίδιο, ως άνω, άρθρο (άρθ. 7 του Ν. 3869/2010), δεν αποτελεί αντικείμενο της.
αιτήσεως του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας αυτών, στην περίπτωση που συγκατατίθενται όλοι οι πιστωτές στο προτεινόμενο από τον οφειλέτη σχέδιο διευθέτησης των οφειλών, οπότε ο Ειρηνοδίκης, αφού διαπιστώσει την, κατά τα ανωτέρω, επίτευξη συμβιβασμού, με απόφασή του, επικυρώνει το σχέδιο, το οποίο, από την επικύρωσή του, αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Το Δικαστήριο, στο δικονομικό στάδιο από την κατάθεση της αιτήσεως στη Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι την συζήτηση, δεν έχει την εξουσία να υποχρεώσει σε συμβιβασμό τους διαδίκους ή τους πιστωτές τους και, συνεπώς, το εν λόγω αίτημα δεν έχει νόμιμη βάση και πρέπει να απορριφθεί (βλ. ΕιρΑργ 93/2017, ΕιρΛαμ 253/2017, ΕιρΧαν 282/2017, δημ. ΝΟΜΟΣ). Εφόσον, λοιπόν, δεν επιτεύχθηκε προδικαστικός συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντος και των πιστωτριών του, πρέπει η αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η γ’ καθ’ ης η αίτηση που παραστάθηκε (………..Α. Ε.) , με δήλωσή της στο ακροατήριο (διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της), που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, και αναφορά στις προτάσεις της, αρνείται την υπό κρίση αίτηση και ζητάει ν’ απορριφθεί, στο σύνολό της, ως νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη. Περαιτέρω, η ίδια καθ’ ης η αίτηση προβάλλει τον ισχυρισμό ότι δεν συντρέχει στο πρόσωπο του αιτούντος η προϋπόθεση της μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των οφειλών του. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός αποτελεί άρνηση των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την ιστορική βάση της αιτήσεως, όσον αφορά στην μόνιμη αδυναμία πληρωμών, και θα εξετασθεί κατά την ουσιαστική έρευνα της υποθέσεως.
Από την, χωρίς όρκο, εξέταση του αιτούντος, ενώπιον του Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, όλα τα έγγραφα και στοιχεία που τοποθετήθηκαν, με επιμέλεια της γραμματείας, στο φάκελο του αιτούντος, ο οποίος ανοίχθηκε στο παρόν Δικαστήριο, με την κατάθεση της αιτήσεως, από όλα τα έγγραφα, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο αιτών (η γ’ καθ’ ης η αίτηση δεν προσάγει και δεν επικαλείται κανένα έγγραφο), από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο και χωρίς απόδειξη (άρθ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), και από την εν γένει αποδεικτική διαδικασία,
αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου,τα κατωτέρω πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, κάτοικος ……….Θεσσαλονίκης, έχει γεννηθεί το έτος 1946 και είναι έγγαμος με την………το γένος……..και ……….., γεννηθείσα το έτος 1948, με την οποία έχει αποκτήσει ένα τέκνο, ήτοι την ………….., που γεννήθηκε την 25-12-1970 (βλ. από 09-01-2018 βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του Τμήματος Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης της Γενικής Δ/σης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εκλογών του Υπουργείου Εσωτερικών, που προσκομίζει ο αιτών). Αυτός, κατά το παρελθόν, εργαζόταν, ως δάσκαλος, και από το έτος 1999 είναι συνταξιούχος και λαμβάνει κύρια σύνταξη από το Ελληνικό Δημόσιο, το καθαρό ποσό της οποίας ανέρχεται σε αυτό των 1.045,50 Ευρώ μηνιαίως, ενώ λαμβάνει, επίσης, επικουρική σύνταξη από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), που ανέρχεται στο καθαρό ποσό των 165,44 Ευρώ μηνιαίως, καθώς και μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων, που ανέρχεται στο καθαρό ποσό των 77,74 Ευρώ μηνιαίως (βλ. ενημερωτικό σημείωμα συντάξεως του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για το μήνα Ιανουάριο 2018, από 16-102018 ενημερωτικό δελτίο συντάξεως του ΕΤΕΑΠ και ενημερωτικό σημείωμα του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων για τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2017, που προσκομίζει ο αιτών). Ήτοι, οι συνολικές καθαρές μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 1.288,68 Ευρώ(1.045,50 + 165,44 + 77,74). Η σύζυγός του, ……….., δεν εργάζεται και υπήρξε εγγεγραμμένη στα Μητρώα Ανέργων του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού, για το χρονικό διάστημα από 20-11-2015 έως 19-02-2016 (βλ. υπ’ αριθ. πρωτ. 22/2017/000034482582/09-03-2017 βεβαίωση του ΟΑΕΔ). Αυτή έχει το δικαίωμα επικαρπίας επί ενός Χώρου του υπογείου (αποθήκης), επιφανείας 64,80 τ.μ.,
οικοδομής κτισμένης επί οικοπέδου, που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, επί της οδού ………αρ…., και ενός Χώρου του ισογείου (αποθήκης), επιφανείας 7,72 τ.μ, οικοδομής, κτισμένης επί οικοπέδου, που βρίσκεται στο ….. Δημοτικό Διαμέρισμα Θεσσαλονίκης, επί της οδού………. αρ. …….. Επίσης, είναι κυρία ενός αγροτεμαχίου, εκτάσεως 7.118,00 τ.μ, με αριθμό 1158Γ’, που βρίσκεται στη ……… Θεσσαλονίκης, ενώ έχει το δικαίωμα κυριότητας, κατά ποσοστό 33,33% εξ αδιαιρέτου, επί ενός αγροτεμαχίου, εκτάσεως 3.429,00 τ.μ., με αριθμό 1158Β’, που βρίσκεται στη Σίνδο Θεσσαλονίκης (βλ. βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης (έντυπο E9) της συζύγου του αιτούντος, όπως έχει δηλωθεί έως την 01-01-2016). Τα ανωτέρω αγροτεμάχια αυτή τα εκμεταλλεύεται, διά της εκμισθώσεώς τους στον …………..και αποκερδαίνει το ποσό των 800,00 Ευρώ ετησίως, ενώ η ίδια εκμισθώνει, επίσης, και την αποθήκη του ισογείου, επιφανείας 7,72 τ.μ., της οικοδομής, που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, επί της οδού …….αρ……, στον Αθανάσιο…….., αντί μηνιαίου μισθώματος από 80,00 Ευρώ (βλ. αναλυτική κατάσταση για τα μισθώματα ακίνητης περιουσίας (έντυπο Ε2) φορολογικού έτους 2016, που αφορά στη σύζυγο του αιτούντος,……….. Ήτοι, τα μηνιαία εισοδήματα αυτής ανέρχονται στο ποσό των 146,66 Ευρώ [(800,00 Ευρώ . 12 μήνες) + 80,00 Ευρώ], τα δε μηνιαία οικογενειακά εισοδήματα του αιτούντος, με βάση τα ανωτέρω, ανέρχονται στο ποσό των 1.435,34
Ευρώ(1.288,68 + 146,66). Τα ετήσια εισοδήματα αυτού, κατά τα οικονομικά έτη 2010 έως 2014 και κατά τα φορολογικά έτη 2014 έως 2016, προήλθαν αποκλειστικά από την παροχή συντάξεως και ανήλθαν στα εξής ποσά: κατά το οικονομικό έτος 2010, στο ποσό των 25.347,28 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2011, στο ποσό των 24.438,34 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2012, στο ποσό των 23.521,17 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2013, στο ποσό των 21.756,81 Ευρώ, ενώ έλαβε επιπλέον, ως «αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά κλπ», το ποσό των 364,00 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2014, στο ποσό των 18.899,05 Ευρώ, κατά το φορολογικό έτος 2014, στο ποσό των 18.768,76 Ευρώ, κατά το φορολογικό έτος 2015, στο ποσό των 18.459,06 Ευρώ, και, κατά το φορολογικό έτος 2016, στο ποσό των 17.349,99 Ευρώ. Αντίστοιχα, τα εισοδήματα της συζύγου του, κατά τα ίδια οικονομικά και φορολογικά έτη, προήλθαν αποκλειστικά από την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας της και ανήλθαν στα εξής ποσά: κατά το οικονομικό έτος 2010, στο ποσό των 3.762,00 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2011, στο ποσό των 3.897,80, Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2012, στο ποσό των 4.001,80 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2013, στο ποσό των 1.415,50 Ευρώ, κατά το οικονομικό έτος 2014, στο ποσό των1.130,50 Ευρώ, κατά το φορολογικό έτος 2014, στο ποσό των 1.700,50Ευρώ, κατά το φορολογικό έτος 2015,
στο ποσό των 1.275,00 Ευρώ, και,κατά το φορολογικό έτος 2016, στο ποσό των 1.712,00 Ευρώ. Περαιτέρω, ο αιτών με τη σύζυγό του διαμένουν σε μία ισόγειο οικία, επιφανείας 125,73 τ.μ., μετά των βοηθητικών Χώρων αυτής, κτισμένης επί οικοπέδου, εκτάσεως, 500,00 τ.μ., που βρίσκεται στη …… Θεσσαλονίκης, στο υπ’ αριθ. ……ΟΤ. , επί της οδού ……..αρ. ….., το οποίο ανήκει στην κυριότητα της συζύγου του,………… Στην ίδια οικία φιλοξενείται και η θυγατέρα των αιτούντων, η οποία δεν εργάζεται και πάσχει από μείζονα καταθλιπτική συνδρομή, που έχει πάρει τη μορφή χρονιότητας και ενίοτε εμφανίζονται παραληρηματικές σκέψεις αναξιότητας, αυτομομφής και αυτοκαταστροφής, ενώ έχει, επίσης, αδυναμία συγκέντρωσης και απώλεια της ενεργητικότητας (βλ. από 17-08-2015 βεβαίωση του ιατρού — ψυχιάτρου, ……….., που προσκομίζει ο αιτών), ενώ οι δαπάνες που απαιτούνται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, για την κάλυψη των βασικών βιοτικών αναγκών τους, με βάση τις συνθήκες ζωής τους και την ηλικία τους, στις οποίες περιλαμβάνονται τα στοιχειώδη έξοδα για διατροφή, ένδυση, ηλεκτροφωτισμό, ύδρευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (κατά το μέρος που δεν καλύπτεται από τον ασφαλιστικό τους φορέα), καθώς και για την κάλυψη των φορολογικών τους υποχρεώσεων, ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 1.150,00 Ευρώ μηνιαίως, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι αυτός δεν καταβάλλει μεν μίσθωμα για τη στέγασή τους, όμως επιβαρύνεται και με τις δαπάνες διατροφής της θυγατέρας του.
Περαιτέρω, ο αιτών είχε καταρτίσει, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της υπό κρίση αιτήσεως (γεγονός που δεν αμφισβητεί η καθ’ ης η αίτηση – μετέχουσα πιστώτρια, με ειδική άρνηση, και περί αυτού συνάγεται ομολογία της, κατά την ερμηνευτική δικονομική μέθοδο του άρθρ. 261 ΚΠολΔ), με τις καθ’ ων η αίτηση τις κατωτέρω συμβάσεις δανείου, και ειδικότερα: 1) Με την πρώτη καθ’ ης η αίτηση, Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία ………… την υπ’ αριθ. ………. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, το υπόλοιπο της οποίας, την 09-01-2017, ανερχόταν στο ποσό των 19.520,63 Ευρώ (κεφάλαιο 19.458,79 Ευρώ, τόκοι 61,84 Ευρώ και έξοδα 0,00 Ευρώ) (βλ. από 09-01-2017 έγγραφο της α’ καθ’ ης η αίτηση, σχετικά με τις ο ειλές του αιτούντος), 2) Με την δεύτερη καθ’ ης η αίτηση, ΑνώνυμηΤραπεζική Εταιρία με την επωνυμία……….την υπ’ αριθμόν σύμβαση δανείου «Άρση Βαρών», με την οποία χορηγήθηκε σε αυτόν, από την ανωτέρω τραπεζική εταιρία, δάνειο, ποσού 16.765,30 Ευρώ, με σκοπό την εξόφληση των οφειλών του από την υπ’ αριθ. 4209778575/08-01-2008 σύμβαση «Άρση Βαρών», ποσού 9.624,56 Ευρώ, και από την υπ’ αριθ. 4231046824/29-072002 σύμβαση ανοικτού δανείου, ποσού 7.140,74 Ευρώ. Το δάνειο συμφωνήθηκε ότι έπρεπε να εξοφληθεί εντός 84 μηνών, με 84 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις από 261,77 Ευρώ έκαστη (βλ. αντίγραφο της ανωτέρω συμβάσεως και της πρόσθετης πράξης αυτής, που προσκομίζει o αιτών). Το υπόλοιπο της οφειλής του αιτούντος από την ανωτέρω σύμβαση, την 09-12-2016, ανερχόταν στο
ποσό των 11.208,59 Ευρώ (κεφάλαιο11.061,36 Ευρώ, τόκοι 147,23 Ευρώ, έξοδα 0,00 Ευρώ) (βλ. υπ’ αριθ. 00000451710/ 12-12-2016 αναλυτική κατάσταση οφειλών της β’ καθ’ ης η αίτηση), και 3) Με την τρίτη καθ’ ης η αίτηση, Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», σύμβαση καταναλωτικού δανείου, με στοιχεία ταυτοποίησης 10223700000006730, το υπόλοιπο της οποίας, την 16-12-2016,
ανερχόταν στο ποσό των 6.760,36 Ευρώ (κεφάλαιο6.600,00 Ευρώ, τόκοι 160,36 Ευρώ, έξοδα 0,00 Ευρώ). Η σύμβαση αυτή, κατά την ανωτέρω ημεροχρονολογία, τελούσε σε προσωρινή καθυστέρηση (βλ. από 16-12-2016 αναλυτική βεβαίωση οφειλών της γ’ καθ’ ης η αίτηση). Οι προαναφερόμενες απαιτήσεις των καθ’ ων η αίτηση είναι ανέγγυες, χωρίς εμπράγματη εξασφάλιση, οι οποίες έπαυσαν, με την κοινοποίηση της αίτησης, να παράγουν νόμιμους ή συμβατικούς τόκους, και το ποσό αυτών, ως τέτοιων, υπολογίζεται, με την τρέχουσα αξία του, κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 6 παρ. 3 του Ν. 3869/2010. Όμως, οι καθ’ ων η αίτηση (οι α’ και β’ τούτων, ενόψει της ερημοδικίας τους) δεν προσκομίζουν εκ νέου καταστάσεις οφειλών, από τις οποίες να προκύπτει το ποσό αυτών, κατά τον χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, και, επομένως, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν το ποσό αυτών, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω. Ήτοι, συνολικά οι οφειλές του αιτούντος προς τις καθ’ ων η αίτηση ανέρχονται στο ποσό των 37.489,58 Ευρώ (19.520,63+ 11.208,59 + 6.760,36).
Τα μηνιαία έσοδα του αιτούντος, συγκρινόμενα με τις οφειλές του από τις ανωτέρω δανειακές συμβάσεις, δεν του επιτρέπουν να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση του κύριου όγκου των χρεών του. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου συνάγεται από τη σχέση της ρευστότητάς του προς τις μηνιαίες δανειακές του υποχρεώσεις, η οποία, μετά την αφαίρεση των δαπανών που απαιτούνται για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ίδιου και της οικογένειάς του, συνυπολογιζομένης και της συνεισφοράς της συζύγου του σε αυτές, είναι αρνητική, με την έννοια ότι η υπολειπόμενη ρευστότητά του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του, με αποτέλεσμα να υπάρχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Η αδυναμία δε αυτού, να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις, οφείλεται στο γεγονός ότι τα εισοδήματά του προέρχονται αποκλειστικά από τις συντάξεις που λαμβάνει (κύρια και επικουρικές), το ποσό των οποίων μειώθηκε, σε σχέση με το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι δαπάνες του, λόγω της γενικότερης αύξησης του κόστους διαβίωσης. Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό και με τα μέτρα που λήφθηκαν, συνεπεία της γνωστής σε όλους οικονομικής κρίσεως που υπάρχει στη Χώρα, το ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των χρεών του και ανέρχονται στο ποσό των 500,00 Ευρώ, σύμφωνα με την χωρίς όρκο κατάθεση του ίδιου, ενώπιον του Δικαστηρίου, και τα υψηλά επιτόκια, με τα οποία επιβαρύνονται τα ανωτέρω δάνεια, είχαν ως συνέπεια να περιέλθει σε αδυναμία πληρωμών. Κατά συνέπεια, συντρέχει, στην περίπτωση του αιτούντος, άνευ δόλου (εφόσον δεν προτάθηκε ούτε αποδείχθηκε το αντίθετο από την γ’ καθ’ ης η αίτηση που παραστάθηκε), μόνιμη και διαρκής πραγματική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τις μετέχουσες πιστώτριες τράπεζες.
Εξάλλου, ο αιτών δεν διαθέτει ακίνητη περιουσία (βλ. βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης (έντυπο E9) του αιτούντος, όπως έχει δηλωθεί έως την 17-01-2018), ενώ έχει την κυριότητα ενός I.X.E. αυτοκινήτου, εργοστασίου κατασκευής HYUNDAI MOTOR C τύπου ACCENT ΡΟΝΥ, 1.341 κ.εκ., με αριθμό κυκλοφορίας ……..και με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2006 (βλ. προσκομιζόμενη σε φωτοαντίγραφο άδεια κυκλοφορίας αυτού), του οποίου η εμπορική αξία δεν υπερβαίνει το ποσό των 3.500,00 Ευρώ. Το όχημα αυτό, ενόψει της παλαιότητάς του δενκρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση, εφόσον η εκποίησή του δεν θα αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτριών του αιτούντος, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ) και, κατά συνέπεια, δεν πρέπει να διαταχθεί η, κατ’ άρθρο 9 παρ. 1 ν. 3869/2010, εκποίησή του.
Με βάση τα ανωτέρω, συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010, η οποία, εφόσον ο ίδιος δεν διαθέτει αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία προς εκποίηση, θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις καθ’ ων η αίτηση, για χρονικό διάστημα τριών ετών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 (όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 17 του άρθρου 1 της Υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015). οι καταβολές θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός και θα αρχίσουν το πρώτο πενθήμερο του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Όσον αφορά στο ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, όπως προαναφέρθηκε, το συνολικό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος ανέρχεται στο ποσό των1.435,34 Ευρώ. Ενόψει αυτών και λαμβανομένων υπόψη των βασικών βιοτικών αναγκών της οικογένειάς του (κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα), καθώς και της έλλειψης προοπτικής βελτίωσης στο μέλλον της οικονομικής κατάστασης του ίδιου και της συζύγου του, το προς διάθεση στις πιστώτριές του ποσό πρέπει να ορισθεί σε αυτό των 250,00 Ευρώ μηνιαίως, το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες. Πρέπει να σημειωθεί ότι το δικαστήριο δε δεσμεύεται στον καθορισμό του καταβλητέου ποσού, στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, από την πρόταση του οφειλέτη στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, αλλά ερευνά αυτεπάγγελτα τα πάσης φύσης περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματά του, καθώς και τις βιοτικές του ανάγκες, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο της συζήτησης της αίτησης. Εξάλλου, το συνολικό ποσό των οφειλών του αιτούντος, όπως προαναφέρθηκε ανέρχεται σε αυτό των 37.489,58 Ευρώ, το οποίο αναλύεται ως εξής: 1) στο ποσό των 19.520,63 Ευρώ προς την πρώτη καθ’ ης η αίτηση…………, 2) στο ποσό των 11.208,59 Ευρώ προς τη δεύτερη καθ’ ης η αίτηση ………….και 3) στο ποσό των 6.760,36 Ευρώ, προς την τρίτη καθ’ ης η αίτηση …….. Κατά συνέπεια, από το ποσό των 250,00 Ευρώ, που θα πρέπει αυτός να καταβάλλει μηνιαίως, αναλογεί, για τη σύμμετρη ικανοποίηση των απαιτήσεων των καθ’ ων η αίτηση: 1) Για την Α.Τ.Ε. με την επωνυμία ………..το ποσό των 130,17 Ευρώ [(250,00 : 37.489,58) Χ19.520,63], 2) Για την Α.Τ.Ε. με την επωνυμία ………..το ποσό των 74,74 Ευρώ [(250,00 : 37.489,58) Χ11.208,59] και 3) Για την Α.Τ.Ε. με την επωνυμία ………….το ποσό των 45,09 Ευρώ [(250,00 : 37.489,58) Χ 6.760,36]. Πρέπει να σημειωθεί ότι, με την από 14-06-2017 προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε επί της ένδικης αιτήσεως, ορίσθηκε, μεταξύ άλλων, προσωρινώς και μέχρι την έκδοση της παρούσας, η καταβολή από τον αιτούντα, εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός, με αρχή από το μήνα Ιούλιο 2017, του ποσού των 70,00 Ευρώ μηνιαίως, συμμέτρως κατανεμόμενου προς τις καθ’ ων η αίτηση. οι καταβολές αυτές συνυπολογίζονται στο χρονικό διάστημα καταβολών του άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 5 παρ. 3 του ίδιου Νόμου, η οποία προστέθηκε με την παρ. 11 του άρθ. 1 της Υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015, ενώ, ταυτόχρονα, με τη διάταξη του άρθ. 9 παρ. 5 του νόμου αυτού, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 18 του άρθρου 1 της Υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του ίδιου, ως άνω, Νόμου, ορίσθηκε ότι, σε περίπτωση που οι, κατά την παράγ.
2 του άρθρου 5του Ν. 3869/2010, πραγματοποιηθείσες καταβολές στους πιστωτές υπολείπονται αυτών που ορίζονται, με την οριστική απόφαση του Δικαστηρίου, κατά τα άρθ. 8 παρ. 2 ή 9 παρ. 2, ο οφειλέτης υποχρεούται να εξοφλήσει το ποσό της διαφοράς που υπολείπεται, το, δε, ποσό που προκύπτει αποπληρώνεται εντόκως μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των καταβολών του άρθ. 8 παρ. 2 και του άρθ. 9 παρ. 2, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά 2,5 εκατοστιαίες μονάδες. Προϋπόθεση, όμως, για τον συνυπολογισμό των καταβολών αυτών στο χρονικό διάστημα της ρύθμισης του άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και τον υπολογισμό, από το Δικαστήριο, της διαφοράς που υπολείπεται, στην περίπτωση που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές υπολείπονται αυτών που ορίζονται με την οριστική απόφαση, είναι ο οφειλέτης να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα πρόσφορα αποδεικτικά μέσα περί των γενομένων καταβολών, ώστε το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες οριστικές καταβολές, νασυνυπολογίσει στη ρύθμιση το χρονικό διάστημα των καταβολών και να προσδιορίσει την ανωτέρω διαφορά (βλ. και Αθαν. Κρητικού «Ρύθμιση των οφειλών Υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων», έκδ. 3η, υπ’ άρθ. 5 αρ. 111). Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών δεν επικαλείται με τις προτάσεις του, ούτε προσκομίζει αποδεικτικό μέσο, από το οποίο να προκύπτει ότι προέβη στις καταβολές αυτές προς τις καθ’ ων η αίτηση, κατά το χρονικό διάστημα που ορίσθηκε με την προαναφερόμενη προσωρινή διαταγή. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο δεν θα προβεί στον συνυπολογισμό των τυχόν καταβολών στο χρονικό διάστημα της ρύθμισης του άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και το προσδιορισμό της διαφοράς που υπολείπεται. Επομένως, μετά την ολοκλήρωση των οριζομένων, ως άνω, καταβολών του άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, στο τέλος της 3ετίας, οι καθ’ ων η αίτηση θα έχουν λάβει, για τις απαιτήσεις της, έναντι του αιτούντος, τα εξής ποσά: 1) Η πρώτη καθ’ ης η αίτηση (………) θα έχει λάβει το ποσό των 4.686,12 Ευρώ (130,17 Ευρώ X 36 μήνες) και θα έχει απομείνει υπόλοιπο από την απαίτησή της, ποσού 14.834,51 Ευρώ (19.520,63 – 4.686,12), 2) η δεύτερη καθ’ ης η αίτηση (………..θα έχει λάβει το ποσό των 2.690,64 Ευρώ (74,74 Ευρώ X 36 μήνες) και θα έχει απομείνει υπόλοιπο από την απαίτησή της, ποσού 8.517,95 Ευρώ (11.208,59 — 2.690,64) και 3) η τρίτη καθ’ ης η αίτηση (……………) θα έχει λάβει το ποσό των 1.623,24 Ευρώ (45,09 Ευρώ X 36 μήνες) και θα έχει απομείνει υπόλοιπο από την απαίτησή της, ποσού 5.137,12 Ευρώ (6.760,36 — 1.623,24). Το υπόλοιπο, όμως, των απαιτήσεων αυτών δεν θα ικανοποιηθεί, καθώς δεν μπορεί να επιβληθεί άλλη υποχρέωση στον αιτούντα.
Επί τη βάσει τούτων, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, και να ρυθμισθούν τα χρέη του αιτούντος, κατ’ άρθ. 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, με σκοπό την απαλλαγή του, με την τήρηση των όρων της ρύθμισης. Διάταξη για τη δικαστική δαπάνη δεν θα περιληφθεί στην παρούσα απόφαση, διότι τέτοια δεν επιδικάζεται στην προκειμένη περίπτωση (άρθ. 8 παρ. 6 εδ. β’ του ν. 3869/2010), ενώ διάταξη για ορισμό παραβόλου ερημοδικίας, επίσης, δεν θα περιληφθεί, εφόσον, κατά της παρούσας αποφάσεως, δεν επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας (άρθ. 14 του Ν. 3869/2010, σε συνδυασμό με άρθ. 764 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των α’ και β’ των καθ’ ων η αίτηση (…….. και ………..)και κατ’ αντιμολίαν των λοιπών διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη του αιτούντος, με την μηνιαία καταβολή από αυτόν, εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, για χρονικό διάστημα τριών3) ετών, η αρχή του οποίου θα γίνει από την πρώτη (Ιη) ημέρα του πρώτου (Ιου) μήνα, μετά την δημοσίευση της παρούσας απόφασης, του ποσού των διακοσίων πενήντα Ευρώ (€ 250,00), συμμέτρως κατανεμόμενου προς τις καθ’ ων η αίτηση ως εξής: 1) προς την α’ καθ’ ης η αίτηση, Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία ………….. του ποσού των εκατόν τριάντα Ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (€ 130, 17),( 2) προς την β’ καθ’ ης η αίτηση, Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία……….του ποσού των εβδομήντα τεσσάρων Ευρώ και εβδομήντα τεσσάρων λεπτών (€ 74,74) και 3) προς την γ’ καθ’ ης η αίτηση, Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία ………….του ποσού των σαράντα πέντε Ευρώ και εννέα λεπτών (€ 45,09).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη, και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στις 30 Ιουλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ