Ακύρωση Διαταγής Πληρωμής από Fund ποσού 72.000€. Η υπ΄αριθμ. 156/2025 απόφαση Πρωτοδικείου Κατερίνης. Δεκτή η ανακοπή του οφειλέτη
Με την υπ’ αριθ. 156/2025 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης έγινε δεκτή η ανακοπή που ασκήσαμε κατά της με αριθ. 155/2024 διαταγής πληρωμής, την οποία είχε εκδώσει FUND – SERVICER (INTRUM HELLAS για λογαριασμό της SUNRISE NPL Finance). Η καταγγελία του δανείου κρίθηκε άκυρη.
Το FUND ζητούσε την καταβολή ποσού 72.335,08 € πλέον τόκων, επικαλούμενο καταγγελία στεγαστικού δανείου που είχε χορηγηθεί παλαιότερα από την Αγροτική Τράπεζα και στη συνέχεια μεταβιβάστηκε στην Τράπεζα Πειραιώς και τελικά σε εταιρεία ειδικού σκοπού.
Το Δικαστήριο δέχθηκε ότι:
- Η εξώδικη καταγγελία της δανειακής σύμβασης που αποτέλεσε τη βάση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής δεν υπεγράφη από τα αρμόδια όργανα του fund αλλά από υπαλλήλους χωρίς αποδεδειγμένη πληρεξουσιότητα.
- Η εταιρεία διαχείρισης (INTRUM) δεν απέδειξε ότι τα πρόσωπα αυτά είχαν εξουσιοδότηση ούτε ότι υπήρξε μεταγενέστερη έγκριση από το αρμόδιο όργανο.
- Ως εκ τούτου, η καταγγελία της οφειλής κρίθηκε άκυρη και η οφειλή δεν κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, άρα δεν υπήρχε νόμιμη βάση για την έκδοση διαταγής πληρωμής.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο:
✅ Ακύρωσε τη διαταγή πληρωμής.
✅ Καταδίκασε το fund στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων.
🔹 Η απόφαση αυτή έχει μεγάλη σημασία, γιατί επιβεβαιώνει ότι:
- Τα funds και οι servicers οφείλουν να αποδεικνύουν με σαφήνεια το δικαίωμα εκπροσώπησης και διαχείρισης· διαφορετικά οι πράξεις τους (καταγγελίες, διαταγές πληρωμής) είναι άκυρες.
- Οι καταναλωτές έχουν ουσιαστικά όπλα απέναντι στις αυθαίρετες πρακτικές των funds.
- Μέσω της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής, είναι εφικτό να ακυρωθούν υπέρογκες απαιτήσεις και να προστατευθεί η περιουσία του πολίτη από την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό
Η εκπροσώπηση από την εξειδικευμένη ομάδα δικηγόρων μας, εγγυάται τη βέλτιστη νομική εκπροσώπηση των οφειλετών σε Τραπεζικές υποθέσεις και δάνεια, διαταγές πληρωμής από FUND
Παρατίθεται το κείμενο της επίμαχης απόφασης που έκανε δεκτή την ανακοπή μας κατά της διαταγής πληρωμής:
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ : 156 /2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αναστασία-Αντωνία Γιαννακέρη, Πρωτοδίκη Ειδικής Επετηρίδας, που όρισε η Διευθύνουσα το Πρωτοδικείο Κατερίνης Πρόεδρος Πρωτοδικών και τον Γραμματέα Θωμά Σταυριανίδη.
ΣΥΝΕΔΡΊΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό τοι), την 13η Φεβρουαρίου 2025, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ:, αμφότεροι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους Διονυσίας Μπανιά (ΑΜΔΣΘ 13588), η οποία κατέθεσε κοινές έγγραφες προτάσεις.
ΤΗΣ ΚΑΘΉΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: της ανώνυμης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και διακριτικό τίτλο «INTRUM HELLAS Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.», με έδρα την Αθήνα, Λεωφόρος Μεσογείων, αριθ. 109-111 (με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 151946501000 και
Α.Φ.Μ. 801215902, Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών), που εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσας εν προκειμένω δυνάμει της από 11-06-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, όπως αυτή συμπληρώθηκε με την από
24.11.2022 σύμβασης συμπλήρωσης, επ’ ονόματι και για λογαριασμό της εταιρείας «SUNRISE Ι NPL FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», με έδρα στο Δουβλίνο Ιρλανδία (με αριθ. Μητρώου 675770 και διεύθυνση 3 George’s Dock, IFSC, 40s όροφος, Δουβλίνο 1), η οποία έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ A.E.» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 157660660000 και Α.Φ.Μ. 996763330 (ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ A.E.» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 225501000 και Α.Φ.Μ. 094014298), με έδρα στο Δήμο Αθηναίων, επί της οδού Αμερικής αριθ. 4, δυνάμει της από 16-03-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, όπως αυτή συμπληρώθηκε με την από 24-11-2022 σύμβαση συμπλήρωσης και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του v. 3156/2003, των άρθρων 455 επ. ΑΚ και του άρθρου 61 του v. 4548/2018, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, στην οποία μεταβιβάστηκαν, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 4/2707-2012 Απόφαση της Επιτροπής Μέτρων Εξυγίανσης της τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β2209/27-07-2012), στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού του τεθέντος υπό ειδική εκκαθάριση, δυνάμει της υπ’ αριθ. 46/2707-2012 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β2208/27.07.2012), πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ A.E.», που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της , η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 05.11.2024 ανακοιτη τους, η οποία κατατέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης /2024 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ζήτησαν να γίνουν δεκτά, όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ TH ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Στην προκειμένη περίπτωση, οι ανακόπτοντες, με την κρινόμενη ανακοπή, ζητούν να ακυρωθεί, για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους, η με αριθμό 155/2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, με την οποία υποχρεώθηκαν να καταβάλουν στην καθ’ης η ανακοπή το ποσό των 72.335,08 ευρώ,αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος εξ αυτών, πλέον τόκων και εξόδων, καθώς και να καταδικαστεί η καθ ‘ης στην δικαστική τους δαπάνη.
Η ανακοπή, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο (άρθρο 632 παρ.1 ΚΠ0λΔ) εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ., 632 παρ. 2 εδ. τελ. ΚΓΙολΔ και έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα ήτοι εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επομένη της επίδοσης της διαταγής σύμφωνα με το άρθρο 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, καθόσον επικυρωμένο αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της με αριθμό 155/2024 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 23-10-2024 (βλ. τη σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο σώμα του επιδοθέντος στους ανακόπτοντες αντιγράφου) και το υπό κρίση δικόγραφο επιδόθηκε στην καθ’ ης η ανακοπή στις 12-11-2024 (βλ. την υπ αριθμ. 12-11-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι ανακόπτοντες). Πρέπει, επομένως, η ανακοπή κατ’ άρθρο 632 ΚΠολΔ να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω το νόμω και ουσία βάσιμο των προβαλλόμενων λόγων της.
H καταγγελία μιας σύμβασης, η οποία είναι είναι μονομερής δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης, η οποία απευθύνεται σε ορισμένο πρόσωπο (άρθρο 167 ΑΚ), μπορεί να γίνει και από πληρεξούσιο, οπότε έχει εφαρμογή κατ η διάταξη του άρθρου 226 ΑΚ κατά την οποία, μονομερής δικαιοπραξία που επιχειρείται προς άλλον χωρίς επίδειξη του πληρεξουσίου εγγράφου είναι άκυρη αν αυτός προς τον οποίο γίνεται την αποκρούσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Από την τελευταία αυτή διάταξη, προκύπτει ότι ο αποδέκτης της δήλωσης, δια της οποίας συντελείται μονομερής δικαιοπραξία ή οιονεί δικαιοπραξία εκ μέρους προσώπου που φέρεται ως αντιπρόσωπος άλλου, μπορεί, εφόσον δεν του επιδεικνύεται πληρεξούσιο έγγραφο, να την αποκρούσει, για το λόγο αυτό, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση.
Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή της απόκρουσης της δήλωσης χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, η επιχειρούμενη πράξη είναι άκυρη. Η ακυρότητα είναι απόλυτη, δεν θεραπεύεται με μεταγενέστερη έγκριση και επέρχεται ανεξάρτητα από το αν ο φερόμενος ως πληρεξούσιος είχε ή όχι την πληρεξουσιότητα, για να επέλθουν δε τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα της πράξεως και μάλιστα ex nunc πρέπει αυτή να επιχειρηθεί εκ νέου εγκύρως. Το πρόσωπο εξάλλου προς το οποίο απευθύνεται η δήλωση την αποκρούει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση αν ενεργήσει εντός των χρονικών ορίων ΓΙΟΙ) επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και τις περιστάσεις. Σε περίπτωση που το ως άνω πρόσωπο δεν πράξει τούτο, δηλαδή δεν ενεργήσει εντός των ως άνω χρονικών ορίων, η μονομερής δικαιοπραξία που επιχειρείται προς άλλο χωρίς επίδειξη του πληρεξουσίου είναι ισχυρή, αν υπάρχει πληρεξουσιότητα ή επακολούθησε έγκριση. Σύμφωνα δε με τις διατάξεις των άρθρων 216 και 217 ΑΚ, η εξουσία για αντιπροσώπευση δίνεται με πληρεξουσιότητα προς τον εξουσιοδοτούμενο, που υποβάλλεται στον τύπο τον απαιτούμενο για τη δικαιοπραξία στην οποία αφορά. Επί νομικών προσώπων την πληρεξουσιότητα δίνει εκείνος που για κάθε συγκεκριμένη δικαιοπραξία έχει το δικαίωμα εκπροσωπήσεώς του (ΑΠ 139/2016, ΕφΔυτΜακ 3/2019, ΠΠρΑθ 1727/2024 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Από τις ανωτέρω δε σκέψεις συνάγεται ότι, όταν η καταγγελία από τον πληρεξούσιο έγινε εγγράφως, πρέπει αυτός να επιδείξει το πληρεξούσιο έγγραφο, γιατί διαφορετικά έχει το δικαίωμα αυτός προς τον οποίο γίνεται να την αποκρούσει χωρίς υπαίτια βραδύτητα, οπότε επέρχεται ακυρότητα, και μάλιστα ανεξάρτητα αν υπήρχε πράγματι πληρεξουσιότητα ή αν εγκρίθηκε η καταγγελία. Αντίθετα, αν δεν εναντιωθεί o αποδέκτης της καταγγελίας, το κύρος της, που βαρύνεται να αποδείξει ο καταγγέλλων ότι έγινε από αντιπρόσωπό του, θα εξαρτηθεί από την ύπαρξη ή μη του πληρεξουσίου εγγράφου ή της έγκρισης εκ μέρους του (καταγγέλλοντος) (ΑΠ 139/2016, ΠΠρΑθ 1727/2024 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδη – M. Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, τόμος Ι υπό άρθρο 226, αριθ. 8, σελ. 396), η οποία πρέπει να γίνει μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, είτε με την προσκόμιση συμβολαιογραφικού ή άλλου εγγράφου είτε με δήλωση του παριστάμενου διαδίκου που καταχωρίζεται στα πρακτικά, διαφορετικά η καταγγελία είναι άκυρη (ΑΠ 825/2023, ΑΠ 1944/2022, ΑΠ 1311/2022 δημοσιευμένες στην ηλεκτρονική σελίδα του Αρείου Πάγου, ΑΠ139/2016, ΕφΑθ 4891/2022, ΕφΑθ 577/2022, ΕφΑθ 2768/2022, ΠΠρΑθ 1194/2024, ΠΠρΑθ 1727/2024, ΠΠρΠειρ 1990/2020, ΜΠρΑθ 5180/2024 όλες δημ. σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Εξάλλου, η καταγγελία που έγινε στο όνομα του νομικού προσώπου από αναρμόδιο ή χωρίς εξουσία πρόσωπο είναι ανυπόστατη και δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 233 και 238 ΑΚ που αναφέρονται στη, με αναδρομική ενέργεια, μεταγενέστερη έγκριση της καταγγελίας από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου,διότι, λόγω του διαπλαστικού χαρακτήρα της καταγγελίας, για τη συντέλεση αυτής, απαιτείται δήλωση βούλησης από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, η οποία μόνο με το όργανο που το εκπροσωπεί μπορεί να πραγματοποιηθεί. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, η, εκ των υστέρων, έγκριση δεν ισχυροποιεί αναδρομικά την ανυπόστατη καταγγελία, αλλά επέχει θέση νέας αυτοτελούς καταγγελίας, με την προϋπόθεση ότι αυτή θα περιέλθει νομίμως στον λήπτη αυτής (ΑΠ 1311/2022, ΑΠ 393/2021, ΑΠ 911/2013, ΑΠ 557/2008, ΠΠρΑθ 1727/2024 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πέμπτο κατά σειρά λόγο της ανακοπής τους, κατ’ εκτίμηση αυτού, την έρευνα του οποίου παραδεκτώς προτάσσει το Δικαστήριο, μη δεσμευόμενο από τη σειρά προτεραιότητας που επιλέγουν οι ανακόπτοντες (ΑΠ 696/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), οι τελευταίοι ισχυρίζονται ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής τυγχάνει ακυρωτέα, καθόσον η εξώδικη καταγγελία της ένδικης δανειακής σύμβασης από την καθ ‘ης η ανακοπή είναι άκυρη, διότι δεν υπεγράφη από τον νόμιμο εκπρόσωπο αυτής, αλλά από υπαλλήλους αυτής, επ’ ονόματι…. και …., ενώ παράλληλα δεν συγκοινοποιήθηκε με αυτήν πληρεξούσιο ή εξουσιοδότηση προς τους ως άνω υπαλλήλους. Με το περιεχόμενο αυτό, ο κρινόμενος λόγος είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 167, 216, 217 και 226 επ. ΑΚ και συνακόλουθα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από τα έγγραφα που οι διάδικοι νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν, και τα οποία ελήφθησαν στο σύνολό τους υπόψη, παρά την ενδεχομένως μεμονωμένη αναφορά σε ορισμένα εξ αυτών, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με αριθμ. /2007 σύμβασης τοκοχρεωλυτικού στεγαστικού δανείου, όπως ακολούθως τροποποιήθηκε με τις πρόσθετες αυτής πράξεις, που καταρτίστηκε στις 25-042007 μεταξύ της πιστώτριας τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ A.E.», του πρώτου ανακόπτοντος ως πρωτοφειλέτη και των λοιπών ανακοπτόντων ως εγγυητών, χορηγήθηκε σε αυτόν δάνειο για την αποπεράτωση Α ‘κατοικίας συνολικού ποσού 110.000ευρώ, το οποίο συμφωνήθηκε να αποπληρωθεί σε 480 συνεχείς μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις. Με την ως άνω σύμβαση μεταξύ άλλων συμφωνήθηκε ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 7 αυτής, με τίτλο «ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗ»: «Σε περίπτωση που η δόση ή τμήμα της, ή σε περίπτωση που καθυστερείται η εξόφληση δεδουλευμένων τόκων και συμφωνείται ότι η Τράπεζα δικαιούται να καταλογίζει ως τόκο υπερημερίας 2,5 εκατοστιαίες μονάδες πάνω από το συμβατικό επιτόκιο, που ισχύει για την κατηγορία αυτή των δανείων στην Τράπεζα. O Τόκος υπερημερίας θα υπολογίζεται από την πρώτη ημέρα της καθυστερήσεως. Οι τόκοι υπερημερίας που προκύπτουν θα προστίθενται στην ληξιπρόθεσμη δόση ανά εξάμηνο και θα ανατοκίζονται. Επίσης συμφωνείται ότι σε περίπτωση που καθυστερείται η εξόφληση οποιαδήποτε δόσης η τμήματός της ή σε περίπτωση που καθυστερείται η εξόφληση δεδουλευμένων τόκων και εξόδων ο Οφειλέτης γίνεται υπερήμερος χωρίς καμία ειδοποίηση, επιταγή ή άλλη ενόχληση. Η Τράπεζα στις παραπάνω περιπτώσεις έχει το δικαίωμα μετά πάροδο τριών (3) μηνών από την υπερημερία του Οφειλέτη να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση και να αναζητήσει το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού του δανείου, το οποίο καθίσταται από της καταγγελίας ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και επιβαρύνεται με το επιτόκιο υπερημερίας που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.. ….».Περαιτέρω, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα Πειραιώς A.E.» κατέστη ειδική διάδοχος της «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», δυνάμει της υπ’ αριθμ. 4/27-07-2012 Απόφασης της Επιτροπής Μέτρων Εξυγίανσης της Τράπεζας της Ελλάδος ( ΦΕΚ Β’2209/27-7-2012) και της υπ’ αριθμ. 46/27-07-2012 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β’ 2208/27-072012), βάσει των οποίων όλες οι συμβατικές σχέσεις καθώς και το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού του τεθέντος υπό ειδική εκκαθάριση, πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» μεταβιβάστηκαν στην «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ». Ακολούθως, δυνάμει της από 12-09-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία καταχωρήθηκε σε περίληψη στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τ. 10, αρ. 271) με αρ. πρωτ.237/16-09-2019, η ανωτέρω πιστώτρια εταιρία μεταβίβασε στην εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Piraeus SNF Designated Activity Company» χαρτοφυλάκιο απαιτήσεων από χορηγήσεις δανείων, μεταξύ των οποίων και η ένδικη, ενώ, δυνάμει της από 12-09-2019 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία καταχωρήθηκε σε περίληψη στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (T. 10, αρ 272) με αρ. πρωτ. 238/16-09-2019, σε συνδυασμό με την ομοίως δημοσιευθείσα σε περίληψη μεταβολή προσώπου διαχειριστή με αρ. πρωτ. 251/23-09-2019 (τ. 10, αρ. 285), η ανωτέρω εταιρία ειδικού σκοπού ανέθεσε αρχικά στην ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ», και ακολούθως στην καθ’ ης η ανακοπή, όπως μετονομάστηκε η εταιρία «Alternative Financial Solutions Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης από Δάνεια και Πιστώσεις», την είσπραξη και διαχείριση των τιτλοποιουμένων απαιτήσεων. Εν συνεχεία την 30-12-2020 εγκρίθηκε και καταχωρήθηκε στο ΓΕΜΗ η διάσπαση της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ>) με αρ. ΓΕΜΗ 225501000 και ΑΦΜ 094014298 (εφεξής η «η Διασπώμενη Τράπεζα»), δι ‘αποσχίσεως του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» με αρ. ΓΕΜΗ 157660660000 και ΑΦΜ 99676330 (εφεξής η «Τράπεζα Πειραιώς»).
Συνεπεία της ανωτέρω διάσπασης δι’ απόσχισης κλάδου, η Τράπεζα Πειραιώς υποκαταστάθηκε δυνάμει καθολικής διαδοχής στο σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, εννόμων σχέσεων και εν γένει δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της Διασπώμενης Τράπεζας, μεταξύ των οποίων και η έννομη σχέση από την ως άνω, από 12-09-2019 σύμβασης πώλησης, δημοσιευθείσας της σχετικής μεταβολής στο ειδικό βιβλίο του άρ. 3 του v. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τ. 12, αρ. 43) με αρ. πρωτ. 53/10-03-2021. Εν συνεχεία, η ανωτέρω εταιρία ειδικού σκοπού επανεκχώρησε στην Τράπεζα Πειραιώς μέρος των μεταβιβασθεισών σε αυτήν απαιτήσεων, μεταξύ των οποίων και η ένδικη, δυνάμει της από 10-03-2021 σύμβασης, που καταχωρήθηκε σε περίληψη στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (T. 12, αρ 44 με αρ. πρωτ. 54/10-03-2021. Τέλος, η ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ A.E» μεταβίβασε στην εταιρία ειδικού σκοπού, με την επωνυμία « Sunrise Ι NPL Finance Designated Activity Company» χαρτοφυλάκιο απαιτήσεων, μεταξύ των οποίων και η ένδικη, δυνάμει της από 16-03-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων που καταχωρήθηκε σε περίληψη στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (T. 12, αρ. 52).με αρ. πρωτ. 62/17-03-2021, ενώ δυνάμει της από 16-03-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία καταχωρήθηκε σε περίληψη στα βιβλία τοι) Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τ. 12.. αρ. 53) με αρ. πρωτ. 63/17-03-2021, η ανωτέρω εταιρία ειδικού σκοπού ανέθεσε στην καθ’ ης η ανακοπή την είσπραξη και διαχείριση των τιτλοποιουμένων απαιτήσεων. Σημειωτέον ότι, τα ως άνω εκτεθέντα αναφέρονται στην προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, ενώ ουδείς των διαδίκων προσκόμισε τις ως άνω συμβάσεις πώλησης και μεταβίβασης, καθώς και διαχείρισης της ένδικης απαίτησης. Αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι, επειδή οι ανακόπτοντες δεν τήρησαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις (αρ. 7 της σύμβασης), η καθ’ ης η ανακοπή, στο πλαίσιο της ανατεθείσας σε αυτήν διαχείρισης της απαίτησης από την εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Piraeus SNF Designated Activity Company», στην οποία είχε αρχικά μεταβιβαστεί η ένδικη απαίτηση, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, κατήγγειλε την επίδικη δανειακή σύμβαση και προέβη στο κλείσιμο του τηρουμένου στο πλαίσιο αυτής λογαριασμού, με την από 24-092020 εξώδικη δήλωση – καταγγελία – πρόσκληση, που επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 29-09-2020 (βλ. την υπ’ αριθμ. ‘ / 29-09-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονικη, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι ανακόπτοντες, σε συνδυασμό με την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, στην οποία και αναφέρεται ότι η ως άνω καταγγελία επιδόθηκε στους ανακόπτοντες με τις αναφερόμενες σε αυτήν εκθέσεις επίδοσης, ήτοι τις υπ’ αρ. εκθέσεις επίδοσης του ως άνω δικαστικού επιμελητή), καλώντας τους ανακόπτοντες σε εξόφληση της συνολικής οφειλής τους, που ανέρχονταν κατά τον χρόνο της καταγγελίας της σύμβασης στο ποσό των 111.013,10 ευρώ. Ακολούθως, η καθ ‘ης ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της με αριθμ. 155/2024 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης, με την οποία διατάχθηκαν οι ανακόπτοντες να καταβάλουν στην καθ ‘ης, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, έκαστος εξ αυτών, το ποσό των 72.335,08€ εντόκως από τις 02-01-2024 (επομένη της επομένης του κλεισίματος του δανειακού λογαριασμού), ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο και με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας, όπως ειδικότερα ορίζεται στην υπογραφείσα σύμβαση μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως, πλέον δικαστικών εξόδων ποσού 1.300 ευρώ. Με την εκδοθείσα διαταγή πληρωμής ρητώς γίνεται δεκτό ότι την 29-09-2020 η αιτούσα (ήδη καθ’ης η ανακοπή) προέβη στην καταγγελία της δανειακής σύμβασης, κηρύσσοντας το σύνολο του δανείου ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, η δε εξώδικη καταγγελία-πρόσκληση αυτή κοινοποιήθηκε στους καθ ‘ων (ήδη ανακόπτοντες), σύμφωνα με τις ειδικότερα αναφερόμενες εκθέσεις επίδοσης, κατά τα ανωτέρω λεχθέντα. Την ανωτέρω από 24.09.2020 εξώδικη δήλωση-καταγγελία-πρόσκληση δεν προέκυψε ότι υπέγραψαν τα αρμόδια κατά νόμο εκπροσωπευτικά όργανα της καθ ‘ης, αλλά την υπέγραψαν, για λογαριασμό αυτής , οι οποίοι δεν προκύπτει ότι ενεργούσαν ούτε ως υποκατάστατα όργανα της καθ ‘ης ούτε ως απλοί πληρεξούσιοι-εντολοδόχοι αυτής.
Από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι, κατά τον χρόνο της καταγγελίας δεν επιδείχθηκε στους ανακόπτοντες τυχόν πληρεξούσιο έγγραφο των ως άνω προσώπων, ως αντιπροσώπων πληρεξουσίων της καθ’ ης για την καταγγελία της σύμβασης δανείου, ωστόσο οι ανακόπτοντες δεν επικαλούνται αλλά ούτε και αποδεικνύεται από οποιοδήποτε αποδεικτικό μέσο ότι απέκρουσαν την επιδοθείσα εξώδικη δήλωση-καταγγελία χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, εντός εύλογου χρόνου.
Αντιθέτως, ενώ η καταγγελία της σύμβασης επιδόθηκε στους ανακόπτοντες την 29.09.2020, εκείνοι προβάλλουν το ζήτημα της πληρεξουσιότητας για πρώτη φορά με την ένδικη ανακοπή τους, η οποία κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την 12.11.2024, ήτοι 4 έτη περίπου μετά, χρονικό διάστημα το οποίο, αναμφισβήτητα, δεν πληροί την έννοια της, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, αντιδράσεως.
Ωστόσο, η υπαίτια αυτή βραδύτητα που επέδειξαν οι ανακόπτοντες στο να αποκρούσουν για το λόγο αυτό την επιδοθείσα σε αυτούς καταγγελία, έχει ως συνέπεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην νομική σκέψη της παρούσας, ότι αυτή δεν είναι σε κάθε περίπτωση άκυρη (ανεξάρτητα δηλαδή από το αν υφίσταται πράγματι η σχετική πληρεξουσιότητα ή όχι), αλλά ότι πρέπει να ερευνηθεί αν υπάρχει το εν λόγω πληρεξούσιο έγγραφο ή αν έχει εγκρίνει η καθ’ ης τις εν λόγω ενέργειες των υπαλλήλων της. Ωστόσο, η καθ’ ης, που σημειωτέον φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης του κύρους της καταγγελίας, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και μέχρι το τέλος αυτής, δεν προσκόμισε κάποιο έγγραφο από το οποίο να προκύπτει η αντιπροσωπευτική εξουσία των ως άνω φυσικών προσώπων που υπέγραψαν την καταγγελία, ήτοι ότι αυτά έδρασαν είτε ως υποκατάστατα του διοικητικού συμβουλίου της καθ ‘ης είτε ως εντολοδόχοι τρίτοι αυτής, δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης, ενώ περαιτέρω δεν προέκυψε τυχόν μεταγενέστερη έγκριση της καταγγελίας εκ μέρους των νομίμων εκπροσώπων της καθ’ ης (ΜονΕφΑθ 577/2022, ΜονΕφΑΘ 2768/2022, ΠΠρΑθ 1727/2024, ΜΠρΑθ 5180/2024 δημ. ΤΝΓΙ ΝΟΜΟΣ), ούτε η ίδια η καθ ‘ης δήλωσε, παριστάμενη με το νόμιμο εκπρόσωπό της στο Δικαστήριο, την έγκριση της καταγγελίας της σύμβασης δανείου με δήλωσή της καταχωριζόμενη στα πρακτικά, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας.
Σημειώνεται ότι η καθ ‘ης με τις προτάσεις της ισχυρίζεται ότι ο εκάστοτε υπογράφων την καταγγελία της δανειακής σύμβασης δεν ενεργεί ως πληρεξούσιος της, αλλά ως νόμιμος εκπρόσωπός της, δηλαδή ως όργανό της, δυνάμει του καταστατικού και του εσωτερικού κανονισμού της, τα οποία ωστόσο δεν προσκόμισε. Επομένως, η ανωτέρω καταγγελία της σύμβασης δανείου είναι άκυρη, δεν παρήχθησαν αποτελέσματα από αυτή και η επίμαχη οφειλή δεν κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή ώστε έγκυρα να εκδοθεί για την απαίτηση της καθ’ης διαταγή πληρωμής. Συνεπώς, ο ως άνω λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, παρελκούσης της εξέτασης των λοιπών λόγων της υπό κρίση ανακοπής – καθώς από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 216, 218, 583, 565 και 632 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι όταν υπάρχουν περισσότεροι λόγοι νομικοί ή πραγματικοί, που όλοι μαζί ή ο καθένας χωριστά αποβλέπουν στον ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή, στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής, τότε, εάν το δικαστήριο κάνει δεκτό έναν λόγο και, ικανοποιώντας το αίτημα της ανακοπής, ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής, δεν πρέπει να προχωρήσει στην έρευνα των λοιπών λόγων, καθώς μετά την ακύρωσή της διαταγής πληρωμής, θεωρείται ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος (ΕφΠατρ. 9/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘεσσ 8961/ 2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) – πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να ακυρωθεί η υπ’ αρ. 155/2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης. Τέλος, η καθ’ ης η ανακοπή πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1 και 68 v. 4194/2013), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων,
ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμ. 155/2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κατερίνης.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ ης η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ. ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Κατερίνη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 28η Απριλίου 2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ